..........................Επιμέλεια Σελίδας: Πάνος Αϊβαλής //λογοτεχνικό περιοδικό "Υφος".....Αλμπέρ Καμύ // (Albert Camus) [1913-1960]
Το φθινόπωρο είναι μια δεύτερη άνοιξη, όπου κάθε φύλλο είναι ένα λουλούδι. Albert Camus

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2018

Αλμπέρ Καμύ: Πολιτική και δημοσιογραφία έχουν αξίες ασύμβατες κατά τον Καμύ, καθώς ο πολιτικός αποκρύπτει την αλήθεια, ενώ ο δημοσιογράφος οφείλει να την ξεσκεπάσει, χαρακτηρίζοντας τον δημοσιογράφο «ιστορικό τού άμεσου»

  περί Δημοσιογραφίας   

Αλμπέρ Καμύ: "Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα"

Γάλλος φιλόσοφος, συγγραφέας και δημοσιογράφος, ο Αλμπέρ Καμύ, γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1913 και έφυγε από την ζωή στις 4 Ιανουαρίου το 1960

  Γράφει ο Λεωνίδας Βουρλιώτης 

Ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του «Ο Ξένος» και «Η Πανούκλα», στα θεατρικά του έργα «Καλλιγούλας» και «Οι δίκαιοι» αλλά και στα φιλοσοφικά του δοκίμια «Ο Μύθος του Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος». Έγραψε για την αναζήτηση του νοήματος στη ζωή και για την ανάγκη της εξέγερσης και τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1957.
Ο μικρός Αλμπέρ θα γνωρίσει τον πατέρα του μέσα από μία φωτογραφία και μία σημαντική οικογενειακή ιστορία: την περιγραφή της έντονης αποστροφής που έδειξε ο πατέρας του μπροστά στο θέαμα μίας εκτέλεσης. Μετά το θάνατο του Λυσιέν η οικογένεια εγκαθίσταται στο Αλγέρι. Ο Αλμπέρ κάνει τις σπουδές του έχοντας την υποστήριξη των καθηγητών του (μεταξύ των οποίων βρίσκουμε και τον Ζαν Γκρενιέ, που θα παρουσιάσει στον μαθητή του το έργο του Νίτσε). Ξεκινά να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα φιλοξενούνται στο περιοδικό Sud το 1932. Μετά το απολυτήριο λυκείου (bac) παίρνει πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία (lettres), της Φιλοσοφικής Σχολής, αλλά η φυματίωση τον εμποδίζει να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση (agrégation).
To 1935, ξεκινά το L' Envers et l' Endroit, που θα εκδοθεί δύο χρόνια αργότερα. Ιδρύει το Θέατρο της Εργασίας (le Théâtre du Travail) στο Αλγέρι, που αργότερα (1937) μετονομάζει σε «Θέατρο της Ομάδας». Στο μεσοδιάστημα, εγκαταλείπει το κομμουνιστικό κόμμα δύο χρόνια μετά την εγγραφή του σε αυτό. Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Λαϊκό μέτωπο), του Πασκάλ Πιά (Pascal Pia). Η έρευνα που κάνει Μιζέρια της Καμπυλίας θα συναντήσει αντιδράσεις. Το 1940, η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ. Εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει τον Ξένο (L' Étranger, 1942) και το δοκίμιο Ο μύθος του Σίσυφου (Le Mythe de Sisyphe, 1942) και θα αναπτύξει τις φιλοσοφικές του θέσεις.
Σύμφωνα με τη δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου» – ο οποίος θα συμπληρωθεί αργότερα με τα θεατρικά έργα Η παρεξήγηση (Le Malentendu) και Καλιγούλας (Caligula, 1944). Το 1943 προσλαμβάνεται ως εκδότης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Combat(Μάχη), που συγκέντρωσε μερικές από τις σημαντικότερες υπογραφές Γάλλων αριστερών διανοουμένων, όταν ο Π. Πια κλήθηκε να προσφέρει από άλλες θέσεις στη Γαλλική Αντίσταση. Το 1947, διαφωνώντας με τη συντακτική ομάδα της εφημερίδας, ο Καμύ την εγκαταλείπει. Συνεχίζει το λογοτεχνικό έργο με την παραγωγή του «κύκλου της εξέγερσης», που περιλαμβάνει ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματά του, την Πανούκλα (1947), αλλά και άλλα έργα, λιγότερο δημοφιλή: L' État de siège (1948), Οι δίκαιοι (1949) και Ο επαναστατημένος άνθρωπος (L' Homme révolté) (1951).
Το 1952 έρχεται σε ρήξη με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ με τη δημοσίευση στο περιοδικό Μοντέρνοι καιροί (Les Temps modernes) του άρθρου από τον Ανρί Ζανσόν (Henri Jeanson) που προσάπτει στην εξέγερση του Καμύ ότι είναι «εκ προθέσεως στατική». Το 1956, στο Αλγέρι, πρότεινε την «πολιτική ανακωχή» ενώ μαινόταν ο πόλεμος. Εκδίδει την Πτώση (La Chute), ένα απαισιόδοξο βιβλίο. Το 1957 τιμάται με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του.
Ο Καμύ βρίσκει τον θάνατο στις 4 Ιανουαρίου 1960, πριν προλάβει να συμπληρώσει τα 47 του, σε αυτοκινητιστικό ατύχημα στο (Πτι) Βιλμπλεβέν της Υόν , όταν ο οδηγός και συγγενής του στενού του φίλου Γκαλιμάρ παρεκκλίνει της πορείας του και ρίχνει το αυτοκίνητο σε ένα δέντρο.
Ο Καμύ τάφηκε στο Λουρμαρέν της Βωκλύζ, όπου είχε αγοράσει μία κατοικία.

Τερματοφύλακας σε σχολική ποδοσφαιρική ομάδα στην Αλγερία. 

"Πραγματικά, τη λίγη ηθική που ξέρω, την έμαθα στα ποδοσφαιρικά γήπεδα και τις θεατρικές σκηνές, που θα παραμείνουν τα αληθινά μου πανεπιστήμια" (Albert Camus, Γιατί κάνω θέατρο ; 1959). To 1930, o Camus αρρώστησε από φυματίωση και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το ποδόσφαιρο.

Ο Καμύ ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα δημοσιεύονται στο περιοδικό Sud το 1932. Πήρε πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία αλλά εξαιτίας της φυματίωσης δεν κατάφερε να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση (agrégation). Δύο χρόνια μετά την εγγραφή του στο κομουνιστικό κόμμα, το εγκαταλείπει, προσάπτοντάς του «ιδεολογικό απολυταρχισμό». Εκείνη την εποχή γράφει στα σημειωματάριά του: «Όσοι έχουν κάποιο μεγαλείο μέσα τους δεν κάνουν πολιτική». Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Πασκάλ Πια, όμως η έρευνά του με τίτλο «Μιζέρια της Καμπυλίας», συναντά αντιδράσεις και το 1940 η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ.

Στοκχόλμη, συνέντευξη Τύπου

Τότε είναι που εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει και τον «Ξένο» (1942) και τον «μύθο του Σίσυφου» (1942). «Ο Ξένος», η ιστορία ενός άντρα που δεν δείχνει κανένα συναίσθημα για το θάνατο της μητέρας του, που στη συνέχεια σκοτώνει έναν Άραβα, έγινε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου», ο οποίος θα συμπληρωθεί με τα θεατρικά έργα «Η παρεξήγηση» και ο «Καλλιγούλας».
Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard. Κατά την κατοχή της Γαλλίας από τους Ναζί, ο Καμύ υπήρξε ενεργός στην αντίσταση, γράφοντας και έχοντας την αρχισυνταξία για την παράνομη εφημερίδα Combat. Το λογοτεχνικό του έργο συνεχίζεται με τον «κύκλο της εξέγερσης», στον οποίο περιλαμβάνεται η «Πανούκλα» (1947) αλλά και άλλα έργα όπως «Οι δίκαιοι» (1949) και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951).

Με τον Picasso και τον Sartre μεταξύ άλλων διανοουμένων 
και καλλιτεχνών σε μία φωτογραφία (πιθανόν) του Brassai

Ο βιογράφος του γράφει για τη σχέση του με τη δημοσιογραφία: «Πολλοί συγγραφείς γεννιούνται από τη δημοσιογραφία. Αλλοι τόσοι θάβονται απ΄ αυτήν. Ο Καμύ ξεκινάει μια αντίστροφη κίνηση. Ξέρει ήδη να στήνει το σκηνικό, να τοποθετεί τα πρόσωπα. Το δίπλωμα της φιλοσοφίας του είναι χρήσιμο: αναζητεί το νόημα κάτω από τα γεγονότα».

Πολιτική και δημοσιογραφία έχουν αξίες ασύμβατες κατά τον Καμύ, καθώς ο πολιτικός αποκρύπτει την αλήθεια, ενώ ο δημοσιογράφος οφείλει να την ξεσκεπάσει, χαρακτηρίζοντας τον δημοσιογράφο «ιστορικό τού άμεσου».

Επισκέφθηκε την Ελλάδα στις 28 Απριλίου 1955 και είχε δώσει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Τη συζήτηση αποτύπωσε στο μαγνητόφωνο ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος.

Εκείνη την εποχή, οι μνήμες του Εμφυλίου στη χώρα μας ήταν ακόμα νωπές, ενώ ο Καμύ είχε ήδη συνυπογράψει επιστολή συμπαράστασης στους αριστερούς που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο (1949), ενώ αργότερα κράτησε την ίδια στάση και για τους αγωνιστές της Κύπρου. «Πράγματι», παραδεχόταν, «υπήρξε μια γαλλική εθνική αλληλεγγύη και υπήρξε και μια ελληνική εθνική αλληλεγγύη: η αλληλλεγγύη της οδύνης. Αυτή την αλληλεγγύη μπορούμε να την ξαναβρούμε κάθε στιγμή και όχι μόνο με το ένδυμα της οδύνης».
Κατά τη συζήτηση αυτή, απάντησε και στην ερώτηση «πού είναι η ελευθερία την οποία διεκδικείτε;», που του έθεσε μια μαθήτρια: «Η άνευ όρων ελευθερία είναι το αντίθετο της ελευθερίας. Την άνευ ορίων ελευθερία μόνον οι τύραννοι μπορούν να την ασκούν. Ο Χίτλερ ήταν ένας σχετικά ελεύθερος άνθρωπος, ο μόνος άλλωστε από όλη την Αυτοκρατορία του. Αλλά αν θέλουμε να ασκήσουμε μια αληθινή ελευθερία, αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί μόνο προς το συμφέρον τού ατόμου που την ασκεί. Η ελευθερία είχε πάντα ως όριο την ελευθερία των άλλων».


Ο συγγραφέας έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, όταν ο οδηγός, εκδότης Μισέλ Γκαλιμάρ, παρέκκλινε της πορείας του και χτύπησε σε ένα δέντρο. Ο Γκαλιμάρ τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε πέντε ημέρες αργότερα στο νοσοκομείο. Ο Καμύ σκοτώθηκε επί τόπου. Ο ίδιος έλεγε στους φίλους του ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα». Η σορός του ενταφιάστηκε στην Lourmarin, στη Νότια Γαλλία, όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Το αμάξι με το οποίο σκοτώθηκε ο Άλμπερ Καμύ

Famous portrait photographer Yousuf Karsh (R) leafing through notebook prob. belonging to French author Albert Camus, whose home he is visiting during photo shoot.

Ο πατέρας του, Λυσιέν, εργαζόταν για έναν έμπορο κρασιού σε ένα οινοπαραγωγικό κτήμα κοντά στο Μοντοβί (Mondovi) της Αλγερίας, όπου γεννήθηκε και ο Αλμπέρ. Επιστρατεύθηκε όμως τον Σεπτέμβριο του 1914 και ο τραυματισμός του στη μάχη του Μάρνη Famous portrait photographer Yousuf Karsh (R) leafing through notebook prob. belonging to French author Albert Camus, whose home he is visiting during photo shoot. (1958)

Αποφθέγματα 

Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα.
Μη βαδίζεις μπροστά μου γιατί μπορεί να μην σε ακολουθήσω. Μη βαδίζεις πίσω μου γιατί μπορεί να μη σε οδηγήσω. Βάδιζε πλάι μου και γίνε ο σύντροφός μου.
Για να είμαστε ευτυχισμένοι, πρέπει να μη μας απασχολούν πολύ οι άλλοι.
Να αυτοκτονήσω ή να κάνω καφέ;
Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ’ αυτό που σε συνθλίβει.
Ζωή είναι το άθροισμα των επιλογών μας.
Σε τελευταία ανάλυση, χρειάζεται περισσότερο κουράγιο για να ζήσεις παρά για να αυτοκτονήσεις.
Το σχολείο μας προετοιμάζει για τη ζωή σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει.
Δεν μου αρέσουν τα μυστικά των άλλων. Με ενδιαφέρουν όμως οι εξομολογήσεις τους.
Η ανάγκη να έχεις πάντα δίκιο, σφραγίδα ενός χυδαίου πνεύματος.
Η παγίδα του μίσους είναι ότι σε δένει με τον χειρότερο εχθρό σου.
Το να δημιουργείς είναι σαν να ζεις δυο φορές.
Αγαπώ υπερβολικά τη χώρα μου για να είμαι εθνικιστής.
Είναι ευχαριστημένοι από τη ζωή μόνο αυτοί που δεν την έχουν ζήσει.
Έχουμε εξορίσει την ομορφιά. Οι Έλληνες είχαν πάρει τα όπλα γι’ αυτήν.

     ΓΝΩΜΙΚΑ     

Μη βαδίζεις μπροστά μου γιατί μπορεί να μην σε ακολουθήσω. Μη βαδίζεις πίσω μου γιατί μπορεί να μη σε οδηγήσω. Βάδιζε πλάι μου και γίνε ο σύντροφός μου.

• Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα.

• Για να είμαστε ευτυχισμένοι, πρέπει να μη μας απασχολούν πολύ οι άλλοι.

• Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ’ αυτό που σε συνθλίβει.

• Να αυτοκτονήσω ή να κάνω καφέ;

• Ζωή είναι το άθροισμα των επιλογών μας.

• Μπορείς να κρίνεις το χαρακτήρα ενός άντρα παρατηρώντας την όψη της γυναίκας του.

• Σε τελευταία ανάλυση, χρειάζεται περισσότερο κουράγιο για να ζήσεις παρά για να αυτοκτονήσεις.

• Πρέπει να έχει κανείς έναν έρωτα, ένα μεγάλο έρωτα, για να του εξασφαλίζει άλλοθι στις αδικαιολόγητες απελπισίες που κυριεύουν όλους μας.

• Γοητεία είναι ένας τρόπος να παίρνεις την απάντηση «ναι», χωρίς να έχεις κάνει κάποια ξεκάθαρη ερώτηση.

• Το σχολείο μας προετοιμάζει για τη ζωή σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει.

• Ένας άντρας έχει πάντα δύο χαρακτήρες: τον δικό του και αυτόν που του δίνει η γυναίκα του.

• Αγαπώ υπερβολικά τη χώρα μου για να είμαι εθνικιστής.


• Στη μέση του χειμώνα, ανακάλυψα τελικά ότι μέσα μου υπάρχει ένα αόρατο καλοκαίρι.

• Η ανάγκη να έχεις πάντα δίκιο, σφραγίδα ενός χυδαίου πνεύματος.

• Δεν μου αρέσουν τα μυστικά των άλλων. Με ενδιαφέρουν όμως οι εξομολογήσεις τους.

• Η παγίδα του μίσους είναι ότι σε δένει με τον χειρότερο εχθρό σου.

• Το να δημιουργείς είναι σαν να ζεις δυο φορές.

• Η πολιτική και η μοίρα της ανθρωπότητας διαμορφώνονται από ανθρώπους χωρίς ιδανικά και χωρίς μεγαλείο. Άνθρωποι που έχουν μεγαλείο μέσα τους δεν ασχολούνται με την πολιτική. 

• Είναι ευχαριστημένοι από τη ζωή μόνο αυτοί που δεν την έχουν ζήσει.

• Έχουμε εξορίσει την ομορφιά. Οι Έλληνες είχαν πάρει τα όπλα γι’ αυτήν.
(από την «Εξορία της Ελένης», 1948)

• Η πραγματική γενναιοδωρία προς το μέλλον έγκειται στο να τα δίνουμε όλα στο παρόν.

• Στην πραγματικότητα δεν ζούμε παρά μερικές ώρες της ζωής μας.

• Θα σου πω ένα μυστικό φίλε μου. Μην περιμένεις την Ημέρα της Κρίσης. Έρχεται κάθε μέρα.

• Ακόμα κι όταν κάποιος είναι πεπεισμένος για την απελπισία του, πρέπει να δρα σαν να ελπίζει. Ή να αυτοκτονεί. Ο πόνος δεν δίνει δικαιώματα.

• Η αλήθεια, όπως και το φως, τυφλώνει.

• Οι άνθρωποι σπεύδουν να ασκήσουν κριτική για να μην κριθούν οι ίδιοι.

• Υπάρχουν κάποια πάθη τόσο δυνατά, που δεν μπορεί παρά να είναι αρετές.

• Χωρίς δουλειά, η ζωή σαπίζει, αλλά όταν η δουλειά είναι άψυχη, η ζωή εκφυλίζεται και ξεψυχάει.

• Επαναστατώ άρα υπάρχω.

• Αυτοί που γράφουν ξεκάθαρα έχουν αναγνώστες. Αυτοί που γράφουν δυσνόητα, έχουν σχολιαστές.

• Ο κόσμος όπου αισθάνομαι πιο άνετα, είναι ο Ελληνικός μύθος.

• Ο σκλάβος ξεκινά ζητώντας δικαιοσύνη και καταλήγει να περιμένει να φορέσει ένα στέμμα.

• Δεν μπορείς να αποκτήσεις εμπειρία κάνοντας πειράματα. Δεν μπορείς να δημιουργήσεις εμπειρία. Πρέπει να την υποστείς.

• Μια ένοχη συνείδηση έχει ανάγκη να εξομολογηθεί. Ένα έργο τέχνης είναι μια εξομολόγηση.

• «Το αλκοόλ σβήνει τον άνθρωπο για ν’ ανάψει το κτήνος», κάτι που τον κάνει να αντιληφθεί γιατί του αρέσει το αλκοόλ.

• Σε συγχωρούν για την ευτυχία σου και τα πλούτη σου μόνο αν τα μοιράζεσαι γενναιόδωρα.

• Το να αγαπάς ένα πλάσμα σημαίνει να έχεις αποδεχτεί να γερνάς μαζί του.

• Η ακεραιότητα δεν έχει ανάγκη από κανόνες.

• Η ζωή μπορεί να είναι υπέροχη και συνταρακτική, αυτή είναι όλη η τραγωδία της. Χωρίς ομορφιά, αγάπη ή κίνδυνο, θα ήταν σχεδόν εύκολο να ζεις.

• Υπάρχουν στους ανθρώπους περισσότερα πράγματα να θαυμάσουμε παρά να περιφρονήσουμε.

• Προπαντός όταν οι μέρες φαίνονται ατέλειωτες, είναι που αρχίζουν τα χρόνια να περνάνε γρήγορα.

• Πρέπει να θεωρείτε τον ηρωισμό και το θάρρος δευτερεύουσες αξίες, αφού όμως πρώτα δώσετε αποδείξεις ηρωισμού και θάρρους.

• Όταν παραδέχεται κανείς κάποια -ασήμαντα- ελαττώματα, πιστεύει ότι αποφεύγει έτσι να γίνει λόγος για τα άλλα του ελαττώματα. Επειδή είναι φυσιολογικό, σε κάποιον που ομολογεί αυθόρμητα κάποια ελαττώματα, να μην αναζητούμε κι άλλα.

• Αν πρόκειται να μου συμβεί κάτι, θέλω να είμαι εκεί.

• Το φθινόπωρο είναι μια δεύτερη άνοιξη, όπου κάθε φύλλο είναι ένα λουλούδι.

• Η αδράνεια είναι μοιραία μόνο για τις μετριότητες.

• Να ζεις μέχρι δακρύων.

• Φαντάζομαι πως ο Σίσυφος ήταν ευτυχισμένος.

• Όλα όσα ξέρω για την ηθική και την αίσθηση καθήκοντος τα έχω μάθει από το ποδόσφαιρο.
(σ.σ: στα νιάτα του ήταν τερματοφύλακας)

• Ανάμεσα στη δικαιοσύνη σας και τη μάνα μου, προτιμώ τη μάνα μου.

• Ο άνθρωπος είναι το μόνο πλάσμα που αρνείται να είναι αυτό που είναι.

• Στα τριάντα μου, σχεδόν από τη μια μέρα στην άλλη, γνώρισα τη φήμη. Τώρα ξέρω περί τίνος πρόκειται. Μικροπράγματα.

• Αυτός που απελπίζεται από την ανθρώπινη μοίρα είναι δειλός. Αυτός που έχει ελπίδες γι’ αυτήν είναι ανόητος.

• Σύμφωνα με τους Κινέζους, οι αυτοκράτορες που πλησιάζουν στο τέλος τους, εκδίδουν αναρίθμητους νόμους.

• Ο σκοπός του συγγραφέα είναι να εμποδίσει τον πολιτισμό να καταστρέψει τον εαυτό του.

• Όλες οι σπουδαίες πράξεις και όλες οι σπουδαίες σκέψεις έχουν γελοίο ξεκίνημα.

• Για τους πιο πολλούς ανθρώπους, ο πόλεμος είναι το τέλος της μοναξιάς. Για μένα, είναι η οριστική μοναξιά.

• Η ελευθερία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ευκαιρία για να γίνουμε καλύτεροι.

• Ο ελεύθερος Τύπος μπορεί να είναι είτε καλός είτε κακός, αλλά χωρίς ελευθερία, είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο Τύπος δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο από κακός.

• Σήμερα η μαμά πέθανε. Ή μπορεί χτες, δεν ξέρω.
(από τον «Ξένο»)

• Όλη η τέχνη στον Κάφκα συνίσταται στο ότι υποχρεώνει τον αναγνώστη να τον ξαναδιαβάσει.

• Μιλώντας γι’ αυτά που αγνοείς, στο τέλος τα μαθαίνεις.

• Είναι πιθανό να είναι κανείς ενάρετος, αλλά μόνο από ιδιοτροπία.

• Από την εμπειρία κανείς δεν γίνεται σοφός, αλλά εμπειρογνώμων. Σε τι όμως;

• Κάθε άνθρωπος είναι ένας εγκληματίας που παραμένει άγνωστος.

• Δεν υπάρχει αγάπη για την ζωή χωρίς απελπισία για την ζωή.

• Το να δημιουργείς, σημαίνει επίσης να δίνεις μια μορφή στο πεπρωμένο σου.

• Στην πολιτική, είναι τα μέσα που καθαγιάζουν τον σκοπό και ποτέ ο σκοπός τα μέσα.

• Οι αμφιβολίες είναι ό,τι πιο ενδόμυχο έχουμε.

• Από τη στιγμή που όλοι θα πεθάνουμε, είναι προφανές ότι το πού και το πότε δεν έχουν καμιά σημασία.
• Η τραγωδία δεν είναι λύση.
• Καλιγούλας: «αυτό που δεν θα καταλάβετε ποτέ είναι πως είμαι ένας άνθρωπος απλός».


Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Ο θαρραλέος Αλμπέρ Καμί

γράφει ο
Θανάσης Γιαλκέτσης *
Να ξαναδιαβάσουμε τον Αλμπέρ Καμί (1913-1960) μας καλεί ο Ισπανός φιλόσοφος Φερνάντο Σαβατέρ με το ακόλουθο κείμενό του. Μια καλή αφορμή μάς προσφέρει άλλωστε η πρόσφατη έκδοση ή επανέκδοση ορισμένων από τα έργα του.
Eπιχειρούμε να τον ξαναδιαβάσουμε με δυσπιστία, σχεδόν με φόβο. Τον έχουμε αγαπήσει τόσο πολύ! Τρέμουμε στην ιδέα ότι θα τον βρούμε τώρα ξεπερασμένο, αδύναμο, ανεπαρκή, ρητορικό ή πομπώδη.  Ωστόσο, έχουμε μια ορισμένη εγγύηση, στον βαθμό που τον θυμόμαστε αρκετά καλά για να γνωρίζουμε ότι δεν υπερασπίστηκε εγκλήματα ούτε δικαιολόγησε σφαγές και ότι δεν πανηγύρισε πολιτικά ή αισθητικά (Σαντ!) για καμιά μορφή ωμότητας. Δεν υπέφερε από εκείνη τη φυσική ανανδρία που συνήθως ωθεί τους διανοούμενους να εγκωμιάζουν τη βία, ούτε και από αυτό που ο Τσέστερτον όρισε ορθά ως «το λιγότερο ανδροπρεπές από τα ελαττώματα», την έλξη για την απανθρωπιά. Επιστρέφουμε στις σελίδες του και οι φόβοι μας διαλύονται: ορισμένες διαφωνίες, κάποιοι παλιοί γλωσσικοί φετιχισμοί, αλλά κατά τα λοιπά ο Καμί είναι άψογος.
Μας ανήκει περισσότερο από όσο άλλοτε: πιο δίκαιος, πιο έγκυρος, πιο δυνατός και διαυγής από κάθε άλλη φορά. Σχεδόν προφητικός, αν και ο ίδιος θα γελούσε με αυτόν τον επιθετικό προσδιορισμό που τον έχουν δυσφημήσει τόσοι ψεύτικοι μάντεις. Σε ποιον θα μπορούσαμε να προσφύγουμε στους καιρούς μας των υπερβολικών κατακλυσμών, με τους τόσους λογιότατους που τραγουδούν το δακρύβρεχτο ταγκό της «κρίσης των αξιών», με όλους τους εθνικισμούς να λειτουργούν στο ζενίθ και με μια αναζωπύρωση του θρησκευτικού φανατισμού παρόμοια με τη λάμψη από τις πυρές της Ιεράς Εξέτασης, καθώς είμαστε περικυκλωμένοι από την αυξανόμενη διάδοση της εξαθλίωσης, από την πείνα και την ανελέητη θυσία των παιδιών;
Μήπως θα πρέπει να ξαναδιαβάσουμε τον Καμί; Οχι όμως για να βρούμε απόλυτες διατυπώσεις που φαίνεται να λύνουν όλα τα προβλήματα. Σε τελική ανάλυση, ο Καμί ήταν εκείνος που έγραψε: «Θα μπορούσε να δημιουργηθεί το κόμμα εκείνων που δεν είναι βέβαιοι ότι έχουν δίκιο; Θα ήταν το δικό μου κόμμα». Να τον ξαναδιαβάσουμε κυρίως για να διασώσουμε το σφρίγος ενός ορισμένου διανοητικού θάρρους, μιας ευφυούς ιδιοσυγκρασίας. Αρχίζοντας από τη διάγνωσή του για τον εικοστό αιώνα«Ο 17ος αιώνας υπήρξε ο αιώνας των μαθηματικών, ο 18ος υπήρξε εκείνος των φυσικών επιστημών και ο 19ος εκείνος της βιολογίας. Ο δικός μας, ο εικοστός αιώνας, είναι ο αιώνας του φόβου. Θα μπορούσε να μου αντιτείνει κανείς ότι ο φόβος δεν είναι επιστήμη. Ωστόσο, (…) μολονότι δεν μπορεί να θεωρηθεί μια καθαυτό επιστήμη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι σε κάθε περίπτωση μια τεχνική». Η σαφής απόρριψη του φόβου ως πολιτικής τεχνικής τον οδήγησε να παλέψει από την πρώτη κιόλας μέρα εναντίον του ναζισμού και να εξηγήσει τους όρους της αντίθεσής του, χωρίς μίσος ούτε έπαρση, στα «Γράμματα σ’ ένα φίλο Γερμανό». Σε αυτά χρησιμοποιεί μια διατύπωση που δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρη:«Αγαπώ υπερβολικά τη χώρα μου για να ’μαι εθνικιστής».
Για τον ίδιο λόγο δεν δυσκολεύτηκε να εκφράσει, από τα τέλη της δεκαετίας του 1940, εκείνη την απόρριψη του σοβιετικού συστήματος (τόσο της θεωρητικής του βάσης όσο και των αποτελεσμάτων του), που μόνον εδώ και λίγο καιρό, και με τόσες επιφυλάξεις, και άλλοι θα συμμεριστούν. Με το ίδιο θάρρος αντιτάχθηκε στη βαθμιαία «συνθηκολόγηση» των δυτικών δημοκρατιών με το καθεστώς του Φράνκο, την οποία αυτός αποκαλούσε πάντα με το όνομά της: συνενοχή. Δεν έκανε λάθος ούτε όταν κατήγγειλε τη θανατική ποινή και την τρομοκρατία, τα συμμετρικά άκρα της θυσίας του ατόμου στον βωμό του κρατικού συμφέροντος (του κράτους που καλούμαστε να υπερασπίσουμε, να καταστρέψουμε ή να οικοδομήσουμε, ενός κράτους που ζητάει πάντοτε δήμιους).
Η ανθρώπινη μοίρα μπορεί να του φαινόταν παράλογη, αλλά ποτέ δεν τη θεώρησε ευτελή και αξιοκαταφρόνητη. Το κακό που προξενούμε ο ένας στον άλλον είναι ένα σκάνδαλο που μπορεί να διορθωθεί, αλλά το μεταφυσικό σκάνδαλο του πόνου και του θανάτου είναι ανεπανόρθωτο. Σήμερα ο Καμί καταλήγει να είναι ιδιαίτερα προφητικός και με την καλή έννοια του όρου, όχι όπως ο Σαρτρ, τα πολιτικά επιχειρήματα του οποίου, ακόμη και όταν είχε απόλυτο δίκιο, προμήνυαν μελλοντικές αδικίες. Από την πρώτη μεταπολεμική περίοδο, ο Καμί υποστήριζε ότι το πεπρωμένο των πολιτών όλων των εθνών δεν θα άλλαζε ποτέ αν προηγουμένως δεν δημιουργούνταν μια παγκόσμια οργάνωση ικανή να εξασφαλίσει την ειρήνη και να αντιμετωπίσει συντονισμένα τα παγκόσμια προβλήματα: «Δεν θα υπάρξει αποτελεσματική επανάσταση σε κανένα μέρος του κόσμου όσο δεν θα έχει γίνει αυτή η επανάσταση». Είχε επίσης διαγνώσει με διαύγεια τον επείγοντα τρόπο με τον οποίο τίθεται το πρόβλημα των ανθρώπινων δικαιωμάτων: δεν πρόκειται για επουσιώδεις συμβατικότητες που μπορούν να εφαρμόζονται όταν στο σύνολό της η κοινωνία είναι άδικη, αλλά είναι επείγοντα και αναπαλλοτρίωτα ακριβώς επειδή η κοινωνία είναι άδικη. Στην πολιτική -αυτό είναι θεμελιώδες μάθημα- μόνον τα μέσα μπορούν να δικαιολογήσουν τον σκοπό και ποτέ ο σκοπός δεν μπορεί να αγιάσει τα μέσα. Αυτή η πεποίθηση ενέπνευσε και τη στάση του στη διάρκεια της αλγερινής σύγκρουσης, μια στάση που τότε είχε τόσο συκοφαντηθεί από την κακόπιστη απλοϊκότητα των αντιτιθέμενων εξτρεμισμών, αλλά που σήμερα, στο ιστορικό φως όσων μπορούν να κρυφτούν κάτω από τον μανδύα του «αυτοπροσδιορισμού» και μπροστά στα όσα έγιναν πιο πρόσφατα στην Αλγερία, οφείλουμε να την ερμηνεύσουμε με νέες αποχρώσεις.
Ιδίως το αφήγημά του «Η πανούκλα» (δεν ήθελε να το αποκαλούν «μυθιστόρημα») έγινε η πιο ζωντανή μεταφορά του τέλους ενός αιώνα, ένα τολμηρό μήνυμα, χωρίς όμως ουτοπιστικούς αυνανισμούς, για την εποχή του AIDS, του μισαλλόδοξου ανορθολογισμού και της απελπισμένης αβουλίας. Είναι η παραβολή της αλληλεγγύης ως ατομικής απόφασης, ταπεινής ώς τον πεσιμισμό, αλλά σταθερής. Ο άνθρωπος οφείλει να παλεύει στην ιστορία, αλλά έχει το δικαίωμα να διατηρεί μέσα στη ζωή του εκείνο το τμήμα της χαράς που δεν ανήκει στην ιστορία. Και παρ’ όλα αυτά, στην ανθρωπότητα υπάρχουν περισσότερα πράγματα άξια θαυμασμού από όσα είναι άξια περιφρόνησης. Αυτό το σπουδαίο βιβλίο αφήνει εξίσου ανικανοποίητους τους καθαρούς εστέτ και τους αδιάλλακτους ηθικολόγους, εκείνους που αποβλέπουν στην ύψιστη τελειότητα χωρίς συμβιβασμούς και εκείνους που λαχταρούν περισσότερο να εκτελούν ποινές παρά να αποδίδουν δικαιοσύνη. Συμπτωματικά, απογοητεύει και όσους διεκδικούν την απόλυτη ουτοπία, αλλά είναι το πιο απλό μανιφέστο «εκείνων στους οποίους αρκούν ο άνθρωπος και η φτωχή και τρομερή αγάπη του». Εκείνοι που ασχολούνται σχολαστικά με την τελευταία υποσημείωση και οι θεράποντες της ακαδημαϊκής αργκό αποκλείουν τον Καμί από το αυστηρό βασίλειο της φιλοσοφίας, εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι ένας απλός «δημοσιογράφος».
Δεν ξέρω αν η φιλοσοφία βρίσκεται σε αντιδικία με το δημοσιογραφικό επάγγελμα, σίγουρα όμως δεν είναι πολλοί οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι που έχουν και τη δημοσιογραφική ιδιότητα. Στην πραγματικότητα, ο Καμί ήταν ένας μεγάλος δημοσιογράφος, μια από τις μορφές που συνέβαλαν περισσότερο στην αναβάθμιση αυτού του επαγγέλματος που έχει τόσο διαβρωθεί από φιλολογική και ηθική άποψη.

Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018

Αλμπέρ Καμύ – Ο άνθρωπος είναι το μόνο πλάσμα που αρνείται να είναι αυτό που είναι.

Albert Camus – Ο επαναστατημένος άνθρωπος 

Αν θεωρήσουμε, λοιπόν, το παράλογο ως κανόνα ζωής, είναι αντιφατικό. Τότε, γιατί απορούμε που δεν μας διαθέτει τις αξίες εκείνες οι οποίες θα αποφάσιζαν για μας ως προς τη νομιμότητα του εγκλήματος; Δεν είναι δυνατό, άλλωστε, να στηρίξουμε μια στάση πάνω σε μια προνομιούχα συγκίνηση.
Το αίσθημα του παραλόγου είναι ένα αίσθημα όπως όλα τα άλλα. Το ότι έδωσε τη χροιά του σε τόσες σκέψεις και πράξεις στην περίοδο του μεσοπολέμου αποδεικνύει μόνο τη δύναμη και τη νομιμότητά του. Αλλά η δύναμη ενός αισθήματος δεν σημαίνει ότι γίνεται και πανανθρώπινο. Το σφάλμα μιας ολόκληρης εποχής ήταν ότι διατύπωσε, ή θεώρησε διατυπωμένους, γενικούς κανόνες δράσης, ξεκινώντας από μιαν απελπισμένη συγκίνηση που ο μηχανισμός της ήταν να ξεπεράσει τον ίδιο τον εαυτό της.
Τα μεγάλα βάσανα, όπως και οι μεγάλες ευτυχίες, γίνονται αιτίες για τη γένεση ενός συλλογισμού. Παίζουν τον ρόλο των μεσολαβητών. Μα δεν θα μπορούσαμε να τους ξαναβρούμε και να τους διατηρήσουμε καθ’ όλη τη διάρκεια των συλλογισμών. Αν, επομένως, ήταν νόμιμο να υπολογίζεται η παράλογη ευαισθησία, να γίνεται η διάγνωση ενός κακού τέτοιου όπως το βρίσκουμε στον εαυτό μας και στους άλλους, είναι αδύνατο να δούμε σε τούτη την ευαισθησία, και στον μηδενισμό που αυτή προϋποθέτει, κάτι άλλο εκτός από ένα σημείο εκκίνησης, μια εμπειρική κριτική, το ισοδύναμο —στο επίπεδο της ύπαρξης— της συστηματικής αμφιβολίας. Κι ύστερα, πρέπει να σπάσουμε τα στάσιμα παιχνίδια του καθρέφτη και να εισχωρήσουμε στην ασυγκράτητη κίνηση, χάρη στην οποία το παράλογο ξεπερνά τον ίδιο τον εαυτό του.


Όταν σπάσει ο καθρέφτης, δεν απομένει πια τίποτα που να μπορεί να μας βοηθήσει για να δώσουμε απαντήσεις στα ερωτήματα του αιώνα. Το παράλογο μαζί με τη μεθοδική αμφιβολία εξουδετέρωσαν τις ιδέες του παρελθόντος. Το παράλογο μας φέρνει σε αδιέξοδο. Όμως μπορεί, όπως και η αμφιβολία, συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον πάνω του, να προσανατολίσει μια νέα έρευνα. Ο συλλογισμός συνεχίζεται έτσι με τον ίδιο τρόπο. Φωνάζω ότι δεν πιστεύω σε τίποτα και ότι όλα είναι παράλογα, μα δεν μπορώ να αμφιβάλλω για την κραυγή μου, και πρέπει να πιστέψω τουλάχιστον στη διαμαρτυρία μου.
Η πρώτη και μοναδική ολοφάνερη αλήθεια που μου δίνεται έτσι, εντός της παράλογης εμπειρίας, είναι η εξέγερση. Στερημένος από κάθε γνώση, εξαναγκασμένος να σκοτώνω ή να συναινώ στον φόνο, δεν έχω παρά μόνο τούτη την απτή αλήθεια, η οποία ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την απόγνωση που με παιδεύει.
Η εξέγερση γεννιέται από το θέαμα της παραφροσύνης, μπροστά σε μιαν άδικη και ακατανόητη μοίρα. Ωστόσο, η τυφλή ορμή της διεκδικεί την τάξη μέσα στο χάος και την ενότητα στην καρδιά αυτού που φεύγει και χάνεται. Φωνάζει, απαιτεί, θέλει να σταματήσει το σκάνδαλο και να ακινητοποιηθεί επιτέλους αυτό που μέχρι τώρα γραφόταν δίχως ανάπαυλα πάνω στη θάλασσα.
Έγνοια της είναι η αλλαγή. Αλλαγή όμως σημαίνει δράση, και δράση αύριο θα σημαίνει να σκοτώνει, ενώ δεν ξέρει ακόμη αν ο φόνος είναι νόμιμος. Εγκυμονεί ακριβώς τις πράξεις εκείνες που της ζητούν να νομιμοποιήσει. Άρα, η εξέγερση πρέπει να αντλήσει τα αίτια που την υποκινούν από τον εαυτό της, αφού δεν μπορεί να τα πάρει από τίποτ’ άλλο. Πρέπει να δεχτεί να κάνει τον αυτοέλεγχό της για να μάθει πώς πρέπει να συμπεριφερθεί.
Δύο αιώνες επανάστασης, μεταφυσικής ή ιστορικής, προσφέρονται ακριβώς στη θεώρησή μας. Μόνο ένας ιστορικός θα είχε την αξίωση να εκθέσει λεπτομερώς τις ιδεολογίες και τα κινήματα που διαδέχονται το ένα το άλλο μέσα σ’ αυτήν. Το πολύ πολύ, θα είναι δυνατό να βρούμε εκεί την κατευθυντήρια ιδέα. Οι σελίδες που ακολουθούν προτείνουν μόνο κάποια ιστορικά σημεία αναφοράς και μια πιθανή ανάγνωση’ αυτή δεν είναι η μόνη δυνατή και, άλλωστε, δεν μπορεί να διαφωτίσει τα πάντα. Εξηγεί ωστόσο, τουλάχιστον εν μέρει, την κατεύθυνση και, σχεδόν ολοκληρωτικά, τις υπερβολές της εποχής μας. Η θαυμαστή ιστορία που αναφέρεται εδώ είναι η ιστορία της ευρωπαϊκής αλαζονείας.
Η εξέγερση, πάντως, δεν θα μας φανέρωνε τις αιτίες της παρά μόνο στο τέλος μιας έρευνας γύρω από τις θέσεις, τις αξιώσεις και τις κατακτήσεις της. Στα έργα της βρίσκονται πιθανόν ο κανόνας δράσης που δεν κατάφερε να μας δώσει το παράλογο, τουλάχιστον μια ένδειξη για το δικαίωμα ή το καθήκον να σκοτώνεις και, τέλος, η ελπίδα μιας δημιουργίας.
Ο άνθρωπος είναι το μόνο πλάσμα που αρνείται να είναι αυτό που είναι. Αρκεί να ξέρουμε αν τούτη η άρνηση τον οδηγεί μόνο στον όλεθρο των άλλων και του εαυτού του, αν κάθε εξέγερση πρέπει να κλείνει με τη δικαίωση του παγκόσμιου εγκλήματος ή αν, αντίθετα, χωρίς καμιάν απαίτηση για μιαν ανέφικτη αθωότητα, μπορεί να αποκαλύψει την αρχή μιας αποδεκτής ενοχής.
~~~~~~~~~~~~

Albert Camus – Ο επαναστατημένος άνθρωπος

by Αντικλείδι , http://antikleidi.com