Από τον ΄Ξένο΄ του Albert Camus που γεννήθηκε 7/11/1913, πέθανε το 1960 σε τροχαίο δυστύχημα
..........................Επιμέλεια Σελίδας: Πάνος Αϊβαλής //λογοτεχνικό περιοδικό "Υφος".....Αλμπέρ Καμύ // (Albert Camus) [1913-1960]
Το φθινόπωρο είναι μια δεύτερη άνοιξη, όπου κάθε φύλλο είναι ένα λουλούδι. Albert Camus
Σχόλια / Περισσότερες πληροφορίες |
Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016
Πέμπτη 14 Απριλίου 2016
Αιτία διαμάχης ο Albert Camus, πενήντα χρόνια μετά το θάνατό του
Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το θάνατο του γαλλου φιλοσόφου και συγγραφέα Albert Camus. Η προ ενός μηνός πρόταση του Γάλλου προέδρου Nicolas Sarkozy για μεταφορά του λειψάνου του φιλοσόφου στο Πάνθεον έγινε αφορμή για διαμάχη μεταξύ πολιτικών και όχι μόνον, αφού θεωρείται ότι ο κ. Sarkozy επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τον αριστερών πεποιθήσεων Camus για ίδιον πολιτικό όφελος.
Η πρόταση του προέδρου Sarkozy, τον περασμένο Νοέμβριο, να τεθεί η σορός του πολυδιαβασμένου φιλοσόφου στο Πάνθεον, το μέρος όπου αναπαύονται οι σοροί των εθνικών ηρώων της Γαλλίας, προκάλεσε σωρεία αντιδράσεων στη χώρα, κυρίως από μέλη της Αριστεράς, τα οποία κατηγορούν τον Γάλλο πρόεδρο για απόπειρα εκμετάλλευσης του ονόματος του αριστερών πεποιθήσεων Camus, προς ίδιον πολιτικό όφελος. Μεταξύ των επικριτών της πρότασης Sarkozy είναι και ο γιος του συγγραφέα, Jean Camus.
Η 48χρονη κόρη του ωστόσο, Catherine Camus, παρατήρησε ότι και οι ίδιοι οι επικριτές του Sarkozy χρησιμοποιούν τη μνήμη του Camus για τους δικούς τους σκοπούς. «Έχω δει να χρησιμοποιείται ο πατέρας μου ως πολεμοφόδιο κατά του Sarkozy, δήλωσε στον ρ/σ RTL. Δεν έκρυψε ωστόσο την έκπληξή της για την πρόταση να τιμηθεί ο πατέρας της με τη μεταφορά της σωρού του στο Πάνθεον. «Στους ανθρώπους της εξουσίας, συνήθως δεν αρέσει ο Camus» είπε.
Ο ακροδεξιός Jean-Marie LePen, από τη μεριά του, δήλωσε ότι ο Sarkozy επιχειρεί να προσελκύσει ψήφους των εξόριστων Αλγερινών γαλλικής καταγωγής, με την πρόταση για μεταφορά του Camus στο Πάνθεον, λόγω του γεγονότος ότι ο φιλόσοφος γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί.
Από το παράλογο στο μεγαλείο
Ο Albert Camus γεννήθηκε στην Αλγερία στις 7 Νοεμβρίου του 1913, από φτωχούς γονείς. Ένας δάσκαλός του διέκρινε νωρίς τις πνευματικές ικανότητες του νεαρού Camus και τον ενθάρρυνε να αναπτύξει τα ταλέντα του.
Ο Albert δημοσίευσε το πρώτο του έργο σε ηλικία 24 ετών και στη συνέχεια μετακόμισε στο Παρίσι. Κατά την κατοχή της Γαλλίας από τους Ναζί, ο Camus υπήρξε ενεργός στην αντίσταση, γράφοντας και έχοντας την αρχισυνταξία για την παράνομη εφημερίδα Combat. Μέχρι το τέλος του πολέμου, το 1945, ο Camus είχε ήδη εκδώσει έναν αριθμό σημαντικών έργων του, μεταξύ των οποίων και τα «Ο Ξένος» και «ο μύθος του Σισύφου», και τα δύο το 1942. «Ο Ξένος», η ιστορία ενός άντρα που δεν δείχνει κανένα συναίσθημα για το θάνατο της μητέρας του, που στη συνέχεια σκοτώνει έναν Άραβα, έγινε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία.
Ο Camus έχασε τη ζωή του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Villeblevin, στις 4/1/1960, σε ηλικία 46 ετών, ενώ είχε ήδη τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1957. Η σορός του ενταφιάστηκε στην Lourmarin, στη Νότια Γαλλία, όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Ο Camus έγραψε για την αναζήτηση του νοήματος στη ζωή και για την ανάγκη της εξέγερσης. Για το βιογράφο του και γνωστό δημοσιογράφο Olivier Todd, ο Camus ήταν ένας «επικίνδυνος συγγραφέας» αμφισβητώντας το ιδεολογικό δόγμα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ο κ. Todd μάλιστα, θεωρεί ιεροσυλία να μεταφερθούν τα οστά του συγγραφέα στο Πάνθεον, κρίνοντας ότι κάτι τέτοιο δεν έχει καμία σχέση με την προσωπικότητα του φιλοσόφου. O ίδιος ο Camus έγραψε κάποτε ότι «οι κυβερνήσεις δεν έχουν συνείδηση», ενώ οι μάρτυρες «πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στη λήθη και στο να γίνουν αντικείμενα κοροϊδίας ή εκμετάλλευσης. Όσο για το να γίνουν κατανοητοί – αυτό ποτέ».
Το τελευταίο έργο του Camus, «Ο πρώτος άνθρωπος» το οποίο βρέθηκε ανολοκλήρωτο στη βαλίτσα που ανασύρθηκε από το όχημα στο οποίο έχασε τη ζωή του , προσαρμόζεται πλέον για τον κινηματογράφο από τον Ιταλό σκηνοθέτη Gianni Amelio.
Το Πάνθεον
Το Πάνθεον χτίστηκε αρχικά ως εκκλησία, τον 18ο αι., αλλά κατά την Γαλλική Επανάσταση μετατράπηκε σε μαυσωλείο προσωπικοτήτων. Εντός του Πάνθεον κείνται ο Voltaire, o Émile Zola, ο Jean-Jacques Rousseau, η Marie Curie και ο Louis Pasteur, αλλά συνολικά απουσιάζουν από εκεί σημαντικότατες προσωπικότητες της πνευματικής ιστορίας της χώρας, ενώ οι περισσότεροι μεταφέρθηκαν εκεί χρόνια μετά το θάνατό τους.
Μπορεί οι λογοτέχνες Victor Hugo και Alexandre Dumas να είναι εντός του Πάνθεον, με τη σορό του τελευταίου να μεταφέρεται εκεί το 2002, ηγετικές φυσιογνωμίες της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας της Γαλλίας, όπως οι Baudelaire, Stendhal, Balzac, Flaubert και Proust απουσιάζουν από εκεί, όπως και οι πολιτικοί Georges Clemenceau και Charles de Gaulle οι οποίοι σημάδεψαν την σύγχρονη ιστορία της χώρας.
______________
http://tvxs.gr/news/Αλμπέρ Καμύ: Η Τέχνη δεν αντέχει τη λογική
Γάλλος φιλόσοφος, συγγραφέας και δημοσιογράφος, ο Αλμπέρ Καμύ γεννήθηκε, στις 7 Νοεμβρίου του 1913 στην Αλγερία. Ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του «Ο Ξένος» και «Η Πανούκλα», στα θεατρικά του έργα «Καλλιγούλας» και «Οι δίκαιοι» αλλά και στα φιλοσοφικά του δοκίμια «Ο Μύθος του Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος». Έγραψε για την αναζήτηση του νοήματος στη ζωή και για την ανάγκη της εξέγερσης και τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1957.
Για τον βιογράφο του, Ολιβιέ Τοντ, ήταν ένας«επικίνδυνος συγγραφέας»αμφισβητώντας το ιδεολογικό δόγμα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ο Καμύ δεν αποδέχεται τον σουρεαλισμό, χαρακτηρίζοντάς τον παρωχημένο πνευματικό κίνημα, αλλά, αντιθέτως, αντιλαμβάνεται το παράλογο με την έννοια του αντιφατικού, του μη λογικού. Δεν θεωρεί λογικό εκείνον που σκέφτεται, αλλά εκείνον που αισθάνεται λογικά, αναφέροντας σ' ένα από τα πρώτα του άρθρα ότι «η Τέχνη δεν αντέχει τη λογική».
Από τα 47 χρόνια της ζωής του τα 27 τα έζησε στην Αλγερία και τα 20 στη Γαλλία. Ο ίδιος συστηνόταν ως «γιος ενός οιναποθηκάριου και μιας παραδουλεύτρας, ανιψιός βαρελοποιού». Ο πατέρας του, Λουσιάν, τραυματίστηκε στη μάχη της Μαρν κατά τη διάρκεια του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο αργότερα πέθανε. Με τη μητέρα του είχε μία πολύ ιδιαίτερη σχέση. Χαρακτηριστικό είναι ότι της αφιέρωνε τα βιβλία του με την επισήμανση «σ΄ αυτήν που δεν θα μπορέσει να το διαβάσει ποτέ», γιατί ήταν αγράμματη.
Ο Καμύ ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα δημοσιεύονται στο περιοδικό Sud το 1932. Πήρε πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία αλλά εξαιτίας της φυματίωσης δεν κατάφερε να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση (agrégation). Δύο χρόνια μετά την εγγραφή του στο κομουνιστικό κόμμα, το εγκαταλείπει, προσάπτοντάς του «ιδεολογικό απολυταρχισμό». Εκείνη την εποχή γράφει στα σημειωματάριά του: «Όσοι έχουν κάποιο μεγαλείο μέσα τους δεν κάνουν πολιτική». Εργάζεται στην εφημερίδαFront populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Πασκάλ Πια, όμως η έρευνά του με τίτλο «Μιζέρια της Καμπυλίας», συναντά αντιδράσεις και το 1940 η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ.
Τότε είναι που εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει και τον «Ξένο» (1942) και τον «μύθο του Σίσυφου» (1942). «Ο Ξένος», η ιστορία ενός άντρα που δεν δείχνει κανένα συναίσθημα για το θάνατο της μητέρας του, που στη συνέχεια σκοτώνει έναν Άραβα, έγινε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου», ο οποίος θα συμπληρωθεί με τα θεατρικά έργα «Η παρεξήγηση» και ο «Καλλιγούλας».
Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard. Κατά την κατοχή της Γαλλίας από τους Ναζί, ο Καμύ υπήρξε ενεργός στην αντίσταση, γράφοντας και έχοντας την αρχισυνταξία για την παράνομη εφημερίδα Combat. Το λογοτεχνικό του έργο συνεχίζεται με τον «κύκλο της εξέγερσης», στον οποίο περιλαμβάνεται η «Πανούκλα» (1947) αλλά και άλλα έργα όπως «Οι δίκαιοι» (1949) και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951).
Ο βιογράφος του γράφει για τη σχέση του με τη δημοσιογραφία: «Πολλοί συγγραφείς γεννιούνται από τη δημοσιογραφία. Αλλοι τόσοι θάβονται απ΄ αυτήν. Ο Καμύ ξεκινάει μια αντίστροφη κίνηση. Ξέρει ήδη να στήνει το σκηνικό, να τοποθετεί τα πρόσωπα. Το δίπλωμα της φιλοσοφίας του είναι χρήσιμο: αναζητεί το νόημα κάτω από τα γεγονότα».
Πολιτική και δημοσιογραφία έχουν αξίες ασύμβατες κατά τον Καμύ, καθώς ο πολιτικός αποκρύπτει την αλήθεια, ενώ ο δημοσιογράφος οφείλει να την ξεσκεπάσει, χαρακτηρίζοντας τον δημοσιογράφο «ιστορικό τού άμεσου».
Επισκέφθηκε την Ελλάδα στις 28 Απριλίου 1955 και είχε δώσει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Τη συζήτηση αποτύπωσε στο μαγνητόφωνο ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος.
Εκείνη την εποχή, οι μνήμες του Εμφυλίου στη χώρα μας ήταν ακόμα νωπές, ενώ ο Καμύ είχε ήδη συνυπογράψει επιστολή συμπαράστασης στους αριστερούς που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο (1949), ενώ αργότερα κράτησε την ίδια στάση και για τους αγωνιστές της Κύπρου. «Πράγματι», παραδεχόταν, «υπήρξε μια γαλλική εθνική αλληλεγγύη και υπήρξε και μια ελληνική εθνική αλληλεγγύη: η αλληλλεγγύη της οδύνης. Αυτή την αλληλεγγύη μπορούμε να την ξαναβρούμε κάθε στιγμή και όχι μόνο με το ένδυμα της οδύνης».
Κατά τη συζήτηση αυτή, απάντησε και στην ερώτηση «πού είναι η ελευθερία την οποία διεκδικείτε;», που του έθεσε μια μαθήτρια: «Η άνευ όρων ελευθερία είναι το αντίθετο της ελευθερίας. Την άνευ ορίων ελευθερία μόνον οι τύραννοι μπορούν να την ασκούν. Ο Χίτλερ ήταν ένας σχετικά ελεύθερος άνθρωπος, ο μόνος άλλωστε από όλη την Αυτοκρατορία του. Αλλά αν θέλουμε να ασκήσουμε μια αληθινή ελευθερία, αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί μόνο προς το συμφέρον τού ατόμου που την ασκεί. Η ελευθερία είχε πάντα ως όριο την ελευθερία των άλλων».
Ο συγγραφέας έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, όταν ο οδηγός, εκδότης Μισέλ Γκαλιμάρ, παρέκκλινε της πορείας του και χτύπησε σε ένα δέντρο. Ο Γκαλιμάρ τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε πέντε ημέρες αργότερα στο νοσοκομείο. Ο Καμύ σκοτώθηκε επί τόπου. Ο ίδιος έλεγε στους φίλους του ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα». Η σορός του ενταφιάστηκε στην Lourmarin, στη Νότια Γαλλία, όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
___________________
Κυριακή 13 Μαρτίου 2016
Πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο.
Βιβλία, Διδακτικές ιστορίες και μύθοι,
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Ο Μύθος του Σίσυφου ήταν ανέκαθεν συμπαθής. Το μαρτύριο του εν γένη πάσχοντος ανθρώπου. Η ματαιότητα του. Κι ακόμη πιο πέρα. Η συνειδητοποίηση της ματαιότητας. Η προσπάθεια που είναι καταδικασμένη από την γέννησή της. Ο βράχος που έτσι κι αλλιώς θα κυλήσει πίσω.
Αναρωτιόμαστε μερικές φορές γιατί ο ευρηματικός και πολυμήχανος Σίσυφος δεν έμενε άπραγος. Δεν άφηνε το βράχο του ακίνητο. Μετά συνειδητοποιούμε πόσο κουραστικά ανώφελο και πληκτικό θα ήταν κι αυτό. Και έπειτα τόσοι και τόσοι Σίσυφοι θα ‘πρεπε να παραδειγματιστούν. Να κυλούν αδιαμαρτύρητα τους δικούς τους βράχους. Να τους στεριώνουν με υπομονή και κόπο. Να υπομένουν καρτερικά το μαρτύριο της αποτυχίας. Να παρακολουθούν στωικά τον βράχο να επιστρέφει στην Κοιλάδα των Θεών. Και να μένουν πιστοί και ακούραστοι εργάτες, ταγμένοι στο κυκλικό και επαναλαμβανόμενο βασανιστήριο που τους δόθηκε, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Και όσο πιο πολύ το συνειδητοποιούν αυτό το τελευταίο, τόσο πιο πολύ δένονται με τον βράχο τους. Φτιαγμένοι από το ίδιο ανθεκτικό υλικό που στέκει ανέπαφο σε αιώνες και ματαιότητες.
Η Ελληνική Μυθολογία προσφέρει πληθώρα διδακτικών και όμορφων μύθων. Κανένα όμως δεν είναι τόσο γοητευτικός όσο αυτόν του Σίσυφου.
Ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που έγινε κατόπιν γνωστή ως Κόρινθος. Η περιπέτεια του Σίσυφου άρχισε όταν ο Δίας αποπλάνησε την Αίγινα, κόρη του ποταμού-θεούΑσωπού. Όταν ο πατέρας του κοριτσιού πήγε στην Κόρινθο αναζητώντας την κόρη του, συμφώνησε με τον Σίσυφο, που γνώριζε πολύ καλά τι είχε συμβεί, ότι, αν του έδινε πληροφορίες, εκείνος θα έκανε να αναβλύσει στην ακρόπολη της Κορίνθου μια αστείρευτη πηγή. Έτσι, ο Σίσυφος είπε όλα όσα γνώριζε στον Ασωπό κι εκείνος καταδίωξε άγρια τον πατέρα των θεών για να πάρει εκδίκηση. Όταν τελικά ο Δίας κατάφερε να γλιτώσει από την οργή του, πρόσταξε τον Άδη να πάρει στα Τάρταρα τον Σίσυφο και να του επιβάλει αιώνια τιμωρία. Όμως ο Σίσυφος με πονηριά κατόρθωσε να αλυσοδέσει τον ίδιο τον Άδη και να τον φυλακίσει. Για όσο διάστημα ο Άδης βρισκόταν φυλακισμένος, κανείς δεν μπορούσε να πεθάνει. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ήταν τόσο περίεργη, που ακόμη και φρικτά σακατεμένοι άνθρωποι και ζώα περιφέρονταν παντού σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τότε, ο Άρης, ο θεός του πολέμου, αποφάσισε να δώσει ένα τέρμα. Πήγε στο παλάτι του Σίσυφου κι αφού απελευθέρωσε τον Άδη, του παρέδωσε τον Κορίνθιο βασιλιά.
Ο Σίσυφος όμως δεν είχε πει ακόμη τον τελευταίο του λόγο. Προτού κατεβεί στα Τάρταρα, είχε δώσει εντολή στη σύζυγο του Μερόπη να μη θάψει το σώμα του. Έτσι, μόλις έφτασε στον Κάτω Κόσμο, αξίωσε πως, αφού ήταν άταφος, δεν έπρεπε να βρίσκεται εκεί. Με αυτό τον τρόπο εξαπάτησε την Περσεφόνη,τη γυναίκα του Άδη, που του έδωσε άδεια να επιστρέψει στη γη για τρεις ημέρες, ώστε να κανονίσει να ταφεί το σώμα του. Βέβαια, ο Σίσυφος δε σκόπευε να τηρήσει τη συμφωνία. Στο ομότιτλο έργο του ο Καμύ αναφέρει:
" Αλλά όταν ο Σίσυφος αντίκρισε πάλι το πρόσωπο του πάνω κόσμου, όταν απόλαυσε το νερό και τον ήλιο, τις πέτρες και τη θάλασσα, δεν θέλησε πλέον να επιστρέψει στο σατανικό σκοτάδι.Οι κλήσεις του Άδη, σημάδια του θυμού του για την συμφωνία που δεν τηρήθηκε, και οι προειδοποιήσεις του προς τον Σίσυφο ήταν ανώφελες. Για καιρό εκείνος επέμενε να ζει απολαμβάνοντας την εικόνα της λαμπυρίζουσας θάλασσας και τα χαμόγελα της γης. Ένα διάταγμα των Θεών ήταν απαραίτητο. Ο Ερμής, λοιπόν, ήρθε και άρπαξε το αναιδές άτομο από το λαιμό στερώντας του τις επίγειες χαρές του και τον οδήγησε βίαια πίσω στον Κάτω κόσμο, όπου ο βράχος του- η αιώνια τιμωρία του- τον περίμενε".
Και ο Καμύ στο "Μύθο του Σισύφου" συνεχίζει: "Οι Θεοί είχαν καταδικάσει τον Σίσυφο να κυλά ασταμάτητα έναν βράχο στην κορυφή ενός βουνού, από όπου όμως αυτή η τεράστια πέτρα, διαρκώς κατρακυλά στη βάση της, λίγο πριν φτάσει στην κορυφή. Είχαν σκεφτεί για κάποιο λόγο ότι δεν υπάρχει πλέον φοβερή τιμωρία από την ανώφελη και μάταιη εργασία. Ήδη έχετε καταλάβει ότι ο Σίσυφος είναι ο παράλογος ήρωας. Είναι, τόσο μέσω των παθών του όσο και μέσω των βασανιστηρίων του. Η περιφρόνησή του για τους θεούς, η έχθρα του με τον θάνατο και το πάθος του για τη ζωή τον σπρώχνουν σε μία απερίγραπτη ποινική ρήτρα, στην οποία ολόκληρη η ύπαρξη του εξαρτάται και ασκείται να ολοκληρώνει ένα αέναο τίποτα. Αυτό είναι η τιμή που πρέπει να καταβληθεί για τα γήινα και ασυγχώρητα πάθη του".
Ο Camus υποστηρίζει ότι ο Σίσυφος γεύεται για μια σύντομη στιγμή την ελευθερία. Είναι ακριβώς εκείνη η μοναδική στιγμή, όταν έχει τελειώσει με το σπρώξιμο του βράχου και δεν χρειάζεται ακόμα να ξεκινήσει από την αρχή.
"Είναι –αναφέρει- κατά τη διάρκεια εκείνης της επιστροφής, όταν ο Σίσυφος σταματά για λίγο τον αγώνα του, η στιγμή που με ενδιαφέρει. Ένα πρόσωπο που κοπιάζει έτσι κοντά στις πέτρες είναι ήδη ο ίδιος πέτρα! Τον βλέπω που επιστρέφει κάτω με ένα βαρύ και μετρημένο πια βήμα, πλησιάζοντας προς το βασανιστήριο του που και ο ίδιος δεν εννοεί και δεν γνωρίζει πότε θα τελειώσει. Εκείνη η ώρα που μοιάζει με ανάπαυλα και ανάσα ενώ επιστρέφει βέβαιος πια για την επανάληψη του βασανιστηρίου του είναι η ώρα της συνείδησης. Σε κάθε μια από εκείνες τις στιγμές, όταν αφήνει τα ύψη και επιστρέφει στην Κοιλάδα των Θεών, είναι ανώτερος από τη μοίρα του. Είναι ισχυρότερος από το βράχο του. Εάν αυτός ο μύθος είναι τραγικός, αυτό συμβαίνει επειδή ο ήρωάς του γνωρίζει την ματαιότητα της προσπάθειας. Πόσο διαφορετική τροπή θα είχε αυτό το βασανιστήριο αν σε κάθε βήμα και σε κάθε του προσπάθεια τον συντρόφευε η ελπίδα της επιτυχίας; Ο σύγχρονος εργαζόμενος πορεύεται καθημερινά με τους ίδιους στόχους και η μοίρα του δεν είναι λιγότερο παράλογη. Αλλά το τραγικό είναι ότι μόνο σε σπάνιες στιγμές αυτό το συνειδητοποιούμε. Ο Σίσυφος, προλετάριος των θεών, ανίσχυρος κι επαναστατημένος, ήξερε όλη την έκταση της άθλιας ύπαρξής του: είναι εκείνη που σκέφτεται όσο διαρκεί η κατάβασή του. Η σύνεση με την οποία δέχεται το μαρτύριό του συμπληρώνει την ίδια στιγμή τη νίκη του. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΙΡΑ ΠΟΥ ΝΑ ΜΗ ΝΙΚΙΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ".
Και ο Camus καταλήγει: "Ο βράχος κυλά ακόμη. Αφήνω λοιπόν το Σίσυφο στους πρόποδες του βουνού. Πάντα ξαναβρίσκει κανείς το φορτίο του. Ο Σίσυφος όμως συμβολίζει την ανώτερη πίστη που αρνιέται τους θεούς κι ανυψώνει τους βράχους. Κι εκείνος κρίνει πως όλα είναι καλά. Αυτό το σύμπαν το αδέσποτο στο εξής δεν του φαίνεται ούτε άκαρπο, ούτε μάταιο. Ο κάθε κόκκος της πέτρας, η κάθε λάμψη αυτού του γεμάτου νύχτα βουνού πλάθει, μονάχα γι' αυτόν, τη μορφή ενός κόσμου. Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει την ανθρώπινη καρδιά. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΑΝΤΑΣΤΟΥΜΕ ΤΟ ΣΙΣΥΦΟ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ...''
~~~~~~~~~~~~~~~~~
Πηγή : oistros-reportaz1by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Καμύ – Το σημαντικό δεν είναι να ζεις όσο το δυνατό καλύτερα, άλλα όσο περισσότερο γίνεται;
Φιλοσοφία
Απόσπασμα από το βιβλίου του Αλμπερ Καμύ «Ο μύθος του Σίσυφου»
___________
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Το να βυθιστείς σ’ αυτή την απύθμενη βεβαιότητα, να νοιώθεις στό εξής αρκετά ξένος προς την προσωπική σου ζωή για να την παρατείνεις και να τη ζήσεις χωρίς τη μυωπία των ερωτευμένων, σ’ αυτό, υπάρχει η αρχή μιας απελευθέρωσης. Αυτή η καινούργια ανεξαρτησία υπάρχει στο τέλος, όπως όλη η ελευθερία της δράσης.
Δεν έχει συναλλαγές με την αιωνιότητα. Αλλά αντικαθιστά όλες τις αυταπάτες της ελευθερίαςπού τις σταματούσε ο θάνατος. Η υπέροχη διαθεσιμότητα τού θανατοποινίτη πού κάποια χαραυγή του ανοίγονται οι πύλες της φυλακής, η απίστευτη αφιλοκερδειά του για όλα — διατηρεί μονάχα μια καθαρή φλόγα για ζωή — εδώ βρίσκονται, το νοιώθουμε καλά, ο θάνατος και το παράλογο, οι αρχές της μοναδικής λογικής ελευθερίας: της ελευθερίας πού μπορεί να νοιώσει και να ζήσει μια ανθρώπινη καρδιά. Αυτή είναι η δεύτερη συνέπεια. Ο παράλογος άνθρωπος διαισθάνεται λοιπόν ένα σύμπαν καυτό και παγωμένο, διάφεγγο και περιορισμένο, οπού τίποτα δεν είναι δυνατό αλλά όλα είναι δοσμένα και πού φεύγοντας απ’ αυτό συναντάει την ανυπαρξία και το μηδέν. Τότε, μπορεί ν’ αποφασίσει να δεχτεί να ζήσει σ’ ένα τέτοιο σύμπαν, να υφίσταται τις επιδράσεις του, ν’ αρνιέται, να ελπίζει και να διαπιστώνει συνεχώς πώς τίποτα δεν ανακουφίζει τη ζωή.
Αλλα ποιά είναι η σημασία της ζωής σ’ ένα τέτοιο σύμπαν; Για την ώρα καμιά άλλη έκτος απ’ την αδιαφορία για το μέλλον κι απ’ το να εξαντλείς κάθε τί πού υπάρχει. Η πίστη στο νόημα της ζωής προϋποθέτει πάντα μια αξιολόγηση, μια εκλογή, τις προτιμήσεις μας. Η πίστη στο παράλογο, όπως το προσδιορίσαμε, σημαίνει το αντίθετο. Εδώ όμως πρέπει να σταθούμε.
Εκείνο πού μ’ ενδιαφέρει είναι το να μάθουμε εάν μπορούμε να ζούμε χωρίς ελπίδα.Δε θέλω να βγω διόλου απ’ αυτόν το χώρο. Μπορώ να συμφιλιωθώ μ’ αυτήν τη ζωή;Επομένως, μπροστά σ’ αυτήν τη σκέψη, η πίστη στο παράλογο ξανάρχεται ν’ αντικαταστήσει την ποιότητα με την ποσότητα των εμπειριών. Εάν πειστώ πώς αυτή η ζωή δεν έχει άλλη όψη απ’ την παράλογη, εάν αποδείξω πώς ολόκληρη η ισορροπία της εξαρτάται απ’ την αδιάκοπη αντίθεση ανάμεσα στη συνειδητή μου επανάσταση και στο κενό πού πέφτει, εάν παραδεχτώ πώς η ελευθερία μου έχει ένα νόημα ανάλογο με το περιορισμένο της πεπρωμένο, τότε είμαι υποχρεωμένος να ομολογήσω πώς το σημαντικό δεν είναι να ζεις όσο το δυνατό καλύτερα, άλλα όσο περισσότερο γίνεται. Δε μ’ ενδιαφέρει αν αυτό είναι χυδαίο ή αηδιαστικό, ευχάριστο ή λυπηρό. Μια για πάντα, οι κρίσεις αξίας εδώ παραμερίζονται για χάρη των κρίσεων πράξης. Μονάχα απ’ αυτό πού μπορώ να δω βγάζω συμπεράσματα, δε διακινδυνεύω τίποτα για μια υπόθεση. "Αν υποθέσω πώς δε θα ήταν τίμιο να ζω έτσι, τότε η πραγματική τιμιότητα θα μ’ έφερνε στο σημείο να είμαι άτιμος.
Να ζεις περισσότερο: Αυτός ο κανόνας ζωής, στην πλατιά του έννοια, δε σημαίνει τίποτα.Πρέπει να τον εξηγήσουμε. Πρώτα - πρώτα, φαίνεται πώς δεν έχουμε καταλάβει την έννοια της ποσότητας. Γιατί μπορεί να εξηγεί ένα αρκετά μεγάλο μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Η ηθική ενός ανθρώπου, η αξιολόγηση πού κάνει αποκτούν το νόημά τους απ’ την ποσότητα και την ποικιλία των εμπειριών πού δοκίμασε. Η σύγχρονη ζωή προσφέρει στην πλειονότητα των ανθρώπων την ίδια ποσότητα εμπειριών και επομένως την ίδια έντονη εμπειρία. Πρέπει ακόμα να υπολογίσουμε οπωσδήποτε την αυθόρμητη προσφορά του άτομου, αυτό πού του έχει «δοθεί». Μα δεν μπορώ να κρίνω απ’ αυτό κι επαναλαμβάνω πώς πρόθεσή μου εδώ είναι να συμφιλιωθώ μ’ αυτό πού είναι φανερό.
~~~~~~~~~~~
Παρατηρώ λοιπόν πώς ο ιδιαίτερος χαρακτήρας μιας κοινής ηθικής στηρίζεται λιγότερο στην ιδεαλιστική δύναμη των αρχών πού την εμπνέουν και περισσότερο στη φύση μιας εμπειρίας. Οι Έλληνες είχαν την ηθική της αργίας όπως εμείς έχουμε την ηθική του οκταώρου. Ήδη, όμως, πολλοί άνθρωποι — κι ανάμεσα τους οι πιο τραγικοί — μας υποχρεώνουν να προαισθανθούμε ότι μια μακροχρόνια εμπειρία αλλάζει τον πίνακα των αξιών. Μας υποχρεώνουν να φαντασθούμε έναν άνθρωπο πού ρίχνεται καθημερινά στην περιπέτεια, πού με την ποσότητα των εμπειριών μονάχα θα ξεπερνούσε όλα τα ρεκόρ (επίτηδες χρησιμοποιώ αυτό τον αθλητικό όρο) επιδιώκοντας ν’ αποκτήσει έτσι τη δική του, προσωπική ηθική. Ας ξεφύγουμε όμως απ’ το ρομαντισμό κι ας προσπαθήσουμε μονάχα να βρούμε τι μπορεί να σημαίνει αυτή η στάση για έναν άνθρωπο αποφασισμένο να διατηρήσει το στοίχημά του και να παρατηρήσει προσεκτικά το παιχνίδι.
Το να καταρρίψεις όλα τα ρεκόρ σημαίνει μονάχα, πριν απ’ όλα, πώς αντιμετωπίζεις όσο γίνεται συχνότερα τον κόσμο. Χωρίς αντιφάσεις και λογοπαίγνια είναι δυνατό να επιτευχθεί αυτό; Ξέρουμε ότι, απ’ τη μια μεριά, το παράλογο υποστηρίζει πώς όλες οι εμπειρίες δεν έχουν σημασία κι απ’ την άλλη, ενθαρρύνει στην απόκτηση όσο γίνεται περισσότερων εμπειριών. Γιατί να μην ενεργήσουμε λοιπόν όπως ενεργούν τόσοι απ’ αυτούς τούς ανθρώπους για τούς όποιους μιλούσα πιο πάνω, να διαλέξουμε δηλαδή τον τρόπο ζωής πού μάς φέρνει κοντότερα στην ανθρώπινη πραγματικότητα κάνοντας έτσι μια αξιολόγηση πού απ’ την άλλη πλευρά λέμε πώς απορρίπτουμε;
’Αλλά για μια ακόμη φορά το παράλογο και ή αντιφατική του ζωή μάς δίνουν μαθήματα. Είναι σφάλμα εάν σκεφτούμε ότι αύτη ή ποσότητα από εμπειρίες εξαρτάται από τις περιστάσεις της ζωής μας, τη στιγμή πού εξαρτάται μονάχα από μάς. Εδώ πρέπει να είμαστε απλοί. Σε δυο ανθρώπους πού ζουν τα ίδια χρόνια, ο κόσμος προσφέρει πάντα την ίδια ποσότητα εμπειριών. ’Από μάς εξαρτάται να τις συνειδητοποιήσουμε. Όταν νοιώθεις, όσο πιο πολύ γίνεται, τη ζωή σου, την επανάστασή σου, την ελευθερία σου, σημαίνει πώς ζεις όσο πιο πολύ γίνεται. "Οπού επικρατεί ή σαφήνεια, ή αξιολόγηση δε χρησιμεύει σε τίποτα. Ας είμαστε απλούστεροι. Ας πούμε πώς το μοναδικό εμπόδιο, το μόνο «χάσιμο» είναι ο πρόωρος θάνατος. Εδώ, το υποτιθέμενο σύμπαν υπάρχει μονάχα με τη βοήθεια αυτής της σταθερής εξαίρεσης του θανάτου.
Απόσπασμα από το βιβλίου του Αλμπερ Καμύ «Ο μύθος του Σίσυφου»
___________
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Η παράλογη ελευθερία
Φιλοσοφία
Aπό το βιβλίο του Αλμπέρ Καμυ – ο μύθος του Σίσυφου (δοκίμιο πάνω στο παράλογο)
____________
Φωτογραφίες : Paulo Zerbato
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Τώρα το κυριότερο έγινε. Δεν μπορώ ν' αρνηθώ τις λίγες αλήθειες που ξέρω. Αυτό που ξέρω, αυτό που είναι σίγουρο, αυτό που δεν μπορώ ν' αρνηθώ, αυτό που δεν μπορώ ν' απορρίψω, αυτά έχουν σημασία. Το κομμάτι του εαυτού μου που ζει μ' αβέβαιες νοσταλγίες μπορεί ν' αρνηθεί τα πάντα, εκτός απ' τον πόθο της ενότητας, την επιθυμία της εξήγησης, την ανάγκη για σαφήνεια και συνοχή.
Μπορώ να τα' αρνηθώ όλα μέσα σ' αυτό τον κόσμο που με περιβάλλει, με πιέζει και με διαπερνάει, εκτός απ' αυτό το χάος, απ' αυτό τον τυχαίο βασιλιά, απ' αυτήν τη θεία ισορροπία που γεννιέται απ' την αναρχία.
Δεν ξέρω αν υπάρχει ένα νόημα ανώτερο απ' τον κόσμο. Αλλά ξέρω πως δε γνωρίζω αυτό το νόημα και πως μου είναι αδύνατο για την ώρα να το μάθω. Μια σημασία έξω απ' την ύπαρξή μου, τι μπορεί να σημαίνει για μένα; Μονάχα μ' ανθρώπινα δεδομένα μπορώ να καταλάβω. Αυτό που αγγίζω, αυτό που μ' αντιστέκεται, να τι καταλαβαίνω. Ξέρω ακόμα πως αυτές τις δυο βεβαιότητες, την επιθυμία μου γι' απολυτότητα κι ενότητα και το ότι δεν μπορώ να εξηγήσω λογικά και με αιτιολογίες αυτό τον κόσμο, αδυνατώ να τις συμβιβάσω. Ποια άλλη αλήθεια μπορώ ν' αναγνωρίσω ειλικρινά, χωρίς την παρέμβαση μιας ανύπαρκτης ελπίδας που δεν έχει καμιά σημασία μέσα στα όρια της ύπαρξής μου;
Αν ήμουν δέντρο ανάμεσα σε δέντρα, γάτα ανάμεσα σε ζώα, αυτή η ζωή θα είχε ένα νόημα ή, αυτό το πρόβλημα δε θα υπήρχε καν, γιατί θ' αποτελούσα ένα κομμάτι αυτού του κόσμου. Θαήμουν αυτός ο κόσμος που του εναντιώνομαι μ' όλη μου τη συνείδηση, απαιτώντας επίμονα να συμφιλιωθώ μαζί του. Αυτή η απλούστατη λογική με φέρνει αντιμέτωπο μ' ολόκληρη τη δημιουργία. Δεν μπορώ να την αρνηθώ διαγράφοντάς την.
Οφείλω λοιπόν, να μείνω πιστός στην αλήθεια μου. Οφείλω να υποστηρίξω εκείνο που μου παρουσιάζεται τόσο φανερά, ακόμα κι αν είμαι αντίθετος. Και τι αποτελεί την ουσία αυτής της σύγκρουσης, αυτής της απόστασης ανάμεσα στον κόσμο και το πνεύμα μου, εκτός από τη συνείδησή μου; Εάν, λοιπόν, θέλω να μείνω πιστός στην αλήθεια μου, αυτό θα το πετύχω με την βοήθεια μιας αδιάκοπης συνείδησης, πάντα ανανεωμένης, πάντα έντονης. Για την ώρα, μου χρειάζεται αυτή η συνείδηση.
Αυτή την ώρα, το παράλογο, τόσο εύκολο και τόσο δύσκολο μαζί για να το κατακτήσω, ξαναμπαίνει στη ζωή ενός ανθρώπου και ξαναβρίσκει την πατρίδα του. Αυτή την ώρα ακόμα, το πνεύμα μπορεί ν' αφήσει τον άνυδρο και ξερό δρόμο του φωτεινού αγώνα. Το παράλογο, τώρα, εμφανίζεται στην καθημερινή ζωή. Ξαναβρίσκει τον κόσμο που ανήκει το ανώνυμο "ον", αλλ' από εδώ και στο εξής ο άνθρωπος ξαναγυρίζει σ' αυτόν φέρνοντας μέσα του την επανάσταση και τη λογική.
Σταμάτησε να ελπίζει. Βασίλειό του, είναι, επιτέλους, αυτή η κόλαση του παρόντος. Όλα τα προβλήματα ξαναγίνονται πολύπλοκα. Μπροστά στο λυρισμό σχημάτων και χρωμάτων παύει να υπάρχει αφηρημένη επιφάνεια. Οι αντιφάσεις του πνεύματος ζωντανεύουν και ξαναβρίσκουν το άθλιο και υπέροχο καταφύγιο της ανθρώπινης καρδιάς. Δεν εξηγήθηκε τίποτα. Αλλάζουν, όμως, όλα όψη.
Που πάμε; Πρόκειται να πεθάνουμε, να γλιτώσουμε με το πήδημα, πάμε να ξαναχτίσουμε με ιδέες και σχήματα ένα σπίτι στα μέτρα του; Ή θα μπορέσουμε ν' αντέξουμε την τρομερή κι υπέροχη συνθήκη του παράλογου; Μ' αυτά τα δεδομένα, ας κάνουμε μια τελευταία προσπάθεια για να φτάσουμε στις απόψεις μας. Σ' αυτό τον παράλογο κόσμο, το κορμί, η τρυφερότητα, η δημιουργία, η δράση, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, θα ξαναβρούν τότε τη θέση τους. Ο άνθρωπος θα ξαναβρεί, επιτέλους, σ' αυτόν το κρασί του παράλογου και το ψωμί της αδιαφορίας που μ' αυτά διατηρεί το μεγαλείο του.
Ας σταθούμε κι άλλο στη μέθοδο: πρέπει να επιμείνουμε. Σε κάποιο σημείο της πορείας του, ο παράλογος άνθρωπος προκαλείται. Μπορεί να μην υπάρχουν θεοί, αλλ' απ' την ιστορία δε λείπουν ούτε οι θρησκείες, ούτε οι προφήτες. Του ζητάνε να κάνει ένα άλμα. Μπορεί ν' απαντήσει ότι δεν καταλαβαίνει καλά, ότι αυτό δεν είναι σαφές. Θέλει να κάνει μονάχα εκείνο που καταλαβαίνει απόλυτα.
Του λένε να είναι σίγουρος πως πέφτει στο αμάρτημα της αλαζονείας, μα δεν καταλαβαίνει την έννοια της αμαρτίας, δεν καταλαβαίνει πως στο τέλος ίσως βρίσκεται η κόλαση, δε διαθέτει αρκετή φαντασία για να φανταστεί αυτό το παράδοξο μέλλον.
Του λένε πως χάνει την αιώνια ζωή, μα αυτό του φαίνεται ανόητο. Θέλουν να τον πείσουν πως είναι ένοχος. Αυτός νοιώθει αθώος. Πραγματικά, αυτή μονάχα νοιώθει, την ανεπανόρθωτη αθωότητά του. Αυτή του επιτρέπει τα πάντα. Έτσι, απαιτεί από τον εαυτό του,μονάχα να ζει μ' αυτό που ξέρει, να συμβιβάζεται μ' αυτό που υπάρχει χωρίς ν' αφήνει να παρεμβαίνει τίποτα το αβέβαιο. Του απαντούν πως δεν είναι τίποτα βέβαιο. Αλλ' αυτό, τουλάχιστον, είναι μια βεβαιότητα. Αυτή αντιμετωπίζεται: θέλει να μάθει αν είναι δυνατόν να ζει χωρίς ελπίδα
Τώρα μπορώ να πλησιάσω την έννοια της αυτοκτονίας. Έχουμε ήδη καταλάβει ποια εξήγηση μπορούμε να της δώσουμε. Εδώ, το πρόβλημα αντιστρέφεται. Προηγουμένως χρειαζόταν να μάθουμε αν η ζωή έπρεπε να 'χει ένα νόημα για να τη ζήσει κανείς. Αντίθετα, εδώ φαίνεται πωςόσο η ζωή δεν έχει νόημα, τόσο καλύτερα μπορεί να τη ζήσει κανείς. Το να ζεις μια εμπειρία, ένα πεπρωμένο, σημαίνει πως τα δέχεσαι απεριόριστα.
Επομένως, δε θα ζήσεις σ' αυτό το πεπρωμένο, ξέροντας πως είναι παράλογο, εάν δεν κάνεις το παν για να κρατήσεις μπροστά σου αυτό το παράλογο που το διέκρινες με τη βοήθεια της συνείδησης. Όταν αρνιέσαι ένα πόλο της αντίθεσης που υπάρχει, αρνιέσαι ολόκληρη την αντίθεση. Όταν καταργείς τη συνειδητή επανάσταση, αποφεύγεις το πρόβλημα. Το θέμα της μόνιμης επανάστασης μεταφέρεται έτσι στην ατομική εμπειρία. Το να ζεις σημαίνει πως κάνεις να ζει το παράλογο. Το κάνεις να ζει, πριν απ' όλα, σημαίνει πως το αντιμετωπίζεις.
~~~~~~~~~~~~~~~
Aπό το βιβλίο του Αλμπέρ Καμυ – ο μύθος του Σίσυφου (δοκίμιο πάνω στο παράλογο)
Ο Αλμπέρ Καμύ (7 Νοεμβρίου 1913-4 Ιανουαρίου 1960) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του έργα, περιλαμβάνονται τα μυθιστορήματα Ο Ξένος και Η Πανούκλα, τα θεατρικά Καλλιγούλας κι Οι Δίκαιοι, αλλά και τα φιλοσοφικά δοκίμια Ο Μύθος του Σισύφου κι Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος. Το 1957 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
____________
Φωτογραφίες : Paulo Zerbato
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Καμύ: Η καλή και η ανάποδη
Βιβλία
«Αφήστε λοιπόν όσους θέλουν να γυρίσουν την πλάτη τους στον κόσμο. Δεν παραπονιέμαι αφού βλέπω να γεννιέμαι»
ΑΡΚΕΙ ΕΝΑ ΜΟΝΟ ΦΩΣ ΝΑ ΛΑΜΨΕΙ, ΚΑΙ ΞΕΧΕΙΛΙΖΩ από μια συγκεχυμένη και μεθυστική χαρά. Αυτό το απόγευμα με φέρνει έτσι απέναντι στην ανάποδη μεριά του κόσμου. Μα η ατμόσφαιρα παραμένει κρύα. Παντού ένα αραχνοΰφαντο πέπλο ήλιου που κι ένα νύχι θα το ‘σχιζε, μα που ντύνει τα πάντα μ’ ένα θαλερό χαμόγελο. Ποιος είμαι εγώ και τι άλλο μπορώ να κάνω παρά να συμμετέχω στο παιχνίδι του φωτός μέσα στα φυλλώματα; Να είμαι αυτή η αχτίδα που καίει το τσιγάρο μου, αυτή η γλυκύτητα κι αυτό το διακριτικό πάθος που ανασαίνει με τον αέρα.
ΚΙ ΑΝ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΩ ΝΑ ΒΡΩ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ, το πετυχαίνω μόνο χάρη στο φως. Κι αν επιχειρήσω να καταλάβω και να δοκιμάσω τούτη τη λεπτή γεύση που μου φανερώνει το μυστικό του κόσμου, μόνο τον εαυτό μου ανακαλύπτω στο βάθος του σύμπαντος. Τον εαυτό μου, δηλαδή αυτή την ακραία συγκίνηση που με λυτρώνει απ’ το σκηνικό.
ΑΛΛΟΙ ΑΦΗΝΟΥΝ ΕΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ενός βιβλίου, φυλακίζουν εκεί έναν περίπατο όπου τους άγγιξε ο έρωτας. Κι εγώ κάνω περιπάτους, μα με χαϊδεύει ένας θεός. Η ζωή είναι σύντομη κι είναι αμαρτία να χάνεις τον καιρό σου. Λένε πως είμαι δραστήριος. Αλλά το να είσαι δραστήριος σημαίνει να χάνεις τον καιρό σου, εφόσον χάνεσαι ο ίδιος.
ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΦΕΥΓΕΙ να συναντήσει τον εαυτό της. Αν με πνίγει ακόμα μια αγωνία, είναι γιατί αισθάνομαι τούτη την αψηλάφητη στιγμή να γλιστρά μέσα απ’ τα δάχτυλά μου όπως οι σταγόνες του υδράργυρου. Αφήστε λοιπόν όσους θέλουν να γυρίσουν την πλάτη τους στον κόσμο. Δεν παραπονιέμαι αφού βλέπω να γεννιέμαι.
_________
* Απόσπασμα από το βιβλίο του Αλμπέρ Καμύ Η καλή και η ανάποδη, που κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδ. Καστανιώτη.
____________________
Πηγή: www.doctv.gr
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
«Αφήστε λοιπόν όσους θέλουν να γυρίσουν την πλάτη τους στον κόσμο. Δεν παραπονιέμαι αφού βλέπω να γεννιέμαι»
ΑΡΚΕΙ ΕΝΑ ΜΟΝΟ ΦΩΣ ΝΑ ΛΑΜΨΕΙ, ΚΑΙ ΞΕΧΕΙΛΙΖΩ από μια συγκεχυμένη και μεθυστική χαρά. Αυτό το απόγευμα με φέρνει έτσι απέναντι στην ανάποδη μεριά του κόσμου. Μα η ατμόσφαιρα παραμένει κρύα. Παντού ένα αραχνοΰφαντο πέπλο ήλιου που κι ένα νύχι θα το ‘σχιζε, μα που ντύνει τα πάντα μ’ ένα θαλερό χαμόγελο. Ποιος είμαι εγώ και τι άλλο μπορώ να κάνω παρά να συμμετέχω στο παιχνίδι του φωτός μέσα στα φυλλώματα; Να είμαι αυτή η αχτίδα που καίει το τσιγάρο μου, αυτή η γλυκύτητα κι αυτό το διακριτικό πάθος που ανασαίνει με τον αέρα.
ΚΙ ΑΝ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΩ ΝΑ ΒΡΩ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ, το πετυχαίνω μόνο χάρη στο φως. Κι αν επιχειρήσω να καταλάβω και να δοκιμάσω τούτη τη λεπτή γεύση που μου φανερώνει το μυστικό του κόσμου, μόνο τον εαυτό μου ανακαλύπτω στο βάθος του σύμπαντος. Τον εαυτό μου, δηλαδή αυτή την ακραία συγκίνηση που με λυτρώνει απ’ το σκηνικό.
ΑΛΛΟΙ ΑΦΗΝΟΥΝ ΕΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ενός βιβλίου, φυλακίζουν εκεί έναν περίπατο όπου τους άγγιξε ο έρωτας. Κι εγώ κάνω περιπάτους, μα με χαϊδεύει ένας θεός. Η ζωή είναι σύντομη κι είναι αμαρτία να χάνεις τον καιρό σου. Λένε πως είμαι δραστήριος. Αλλά το να είσαι δραστήριος σημαίνει να χάνεις τον καιρό σου, εφόσον χάνεσαι ο ίδιος.
ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΦΕΥΓΕΙ να συναντήσει τον εαυτό της. Αν με πνίγει ακόμα μια αγωνία, είναι γιατί αισθάνομαι τούτη την αψηλάφητη στιγμή να γλιστρά μέσα απ’ τα δάχτυλά μου όπως οι σταγόνες του υδράργυρου. Αφήστε λοιπόν όσους θέλουν να γυρίσουν την πλάτη τους στον κόσμο. Δεν παραπονιέμαι αφού βλέπω να γεννιέμαι.
ΤΟΥΤΗ ΤΗΝ ΩΡΑ, ΟΛΟ ΜΟΥ ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΑΝΗΚΕΙ σ’ αυτό τον κόσμο. Αυτός ο ήλιος κι αυτές οι σκιές, αυτή η ζέστη κι αυτό το κρύο που έρχονται απ’ το βάθος του αέρα: ν’ αναρωτηθώ αν κάτι πεθαίνει κι αν οι άνθρωποι υποφέρουν αφού τα πάντα γράφονται σ’ αυτό το παράθυρο όπου ο ουρανός σκορπίζει την πληρότητά του που έρχεται να σμίξει με τον οίκτο μου. Μπορώ να πω και θα το πω αμέσως ότι αξίζει να είναι κανείς αληθινός, κι αυτό τα περιλαμβάνει όλα, και την ανθρωπιά και την απλότητα.
ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΕΙΜΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟΣ, ΑΝ ΟΧΙ ΟΤΑΝ ΕΙΜΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ; Η επιθυμία μου εκπληρώνεται πριν προλάβω να την εκφράσω. Η αιωνιότητα είναι εδώ κι εγώ την περίμενα με ελπίδα. Τώρα δεν εύχομαι πια να είμαι ευτυχισμένος αλλά να έχω συνείδηση της πραγματικότητας.
ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΕΙ ΜΕ ΘΑΥΜΑΣΜΟ τον κόσμο κι ένας άλλος σκάβει τον τάφο του: πώς να τους ξεχωρίσω; Τους ανθρώπους και τον παραλογισμό τους; Αλλά να το μειδίαμα του ουρανού. Το φως δυναμώνει και μήπως έρχεται σε λίγο το καλοκαίρι; Αλλά να τα μάτια και η φωνή εκείνων που πρέπει ν’ αγαπώ. Είμαι δεμένος με τον κόσμο με όλες μου τις κινήσεις, με τους ανθρώπους, με όλο τον οίκτο και την ευγνωμοσύνη μου. Ανάμεσα σε τούτη την καλή και την ανάποδη του κόσμου, δεν θέλω να επιλέξω, δεν μου αρέσει να επιλέγω. (…)
ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΘΑΡΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΑ ΝΑ ΚΡΑΤΑ ΚΑΝΕΙΣ τα μάτια ανοιχτά στο φως όπως και στον θάνατο. Άλλωστε, πώς να εκφράσω αυτό που συνδέει την τρομερή αγάπη της ζωής μ’ εκείνη τη μυστική απελπισία; Αν δεχτώ την ειρωνεία, κρυμμένη στο βάθος των πραγμάτων, εκείνη τότε αποκαλύπτεται αργά. Κλείνοντας το μικρό και φωτεινό μάτι της, λέει: «Ζήστε σαν…» Παρά τις τόσες έρευνες, η γνώση μου σταματά εδώ.
_________
* Απόσπασμα από το βιβλίο του Αλμπέρ Καμύ Η καλή και η ανάποδη, που κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδ. Καστανιώτη.
~~~~~~~~~~~~~
Ο Αλμπέρ Καμύ (7 Νοεμβρίου 1913-4 Ιανουαρίου 1960) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του έργα, περιλαμβάνονται τα μυθιστορήματα Ο Ξένος και Η Πανούκλα, τα θεατρικά Καλλιγούλας και Οι Δίκαιοι, αλλά και τα φιλοσοφικά δοκίμια Ο Μύθος του Σίσσυφου και Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος. Το 1957 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
____________________
Πηγή: www.doctv.gr
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Kαμύ: Μια μέρα όμως γεννιέται το «γιατί»
Φιλοσοφία / Ψυχολογία
... κι όλα αρχίζουν. Ένα διαχρονικό κείμενο του Αλμπέρ Καμύ
ΑΚΟΜΑ ΚΙ Η ΣΚΕΨΗ, ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΚΟ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟ, με πείθει πως αυτός ο κόσμος είναι παράλογος. Η καθαρή λογική, σ' αντίθεση με το παράλογο, ισχυρίστηκε πως το κάθε τι είναι σαφές. Ευχόμουν το δίκιο της αλλά μάταια περίμενα αποδείξεις. Έπειτα από τόσους αιώνες αναζητήσεων και τόσους εκφραστικούς και πειστικούς ανθρώπους, ξέρω πως αυτό είναι λάθος. Σ' αυτό το πεδίο τουλάχιστον, αφού δεν μπορώ να μάθω, δεν υπάρχει ευτυχία.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΛΟΓΙΚΗ, ΠΡΑΚΤΙΚΗ, ΗΘΙΚΗ, Η ΑΙΤΙΟΚΡΑΤΙΑ, οι θεωρίες που εξηγούν τα πάντα κάνουν τον συνεπή με τον εαυτό του άνθρωπο να γελά. Δεν έχουν καμιά σχέση με το πνεύμα. Αρνούνται να δεχτούν την ουσιαστική του αλήθεια -το ότι είναι δέσμιο. Μέσα σ' αυτό το ανεξήγητο και περιορισμένο σύμπαν, το πεπρωμένο του ανθρώπου παίρνει λοιπόν το νόημά του.
ΕΝΑ ΠΛΗΘΟΣ ΑΠΟ ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΥΣ ΥΨΩΝΕΤΑΙ και περικυκλώνει τον άνθρωπο ως το τέλος. Απ' τη στιγμή που θ' αποφασίσει να βλέπει σωστά, διακρίνει κι αισθάνεται το συναίσθημα του παράλογου. Έλεγα πως ο κόσμος είναι παράλογος και προχωρούσα πολύ γρήγορα. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι πως αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Παράλογο είναι το χάσμα ανάμεσα στο ότι δεν δικαιολογείται και στο μάταιο, μα δυνατό πόθο του ανθρώπου για σαφήνεια. Το παράλογο ισχύει και για τον άνθρωπο και για τον κόσμο. Για την ώρα είναι το μόνο που τους συνδέει.
ΚΑΜΙΑ ΦΟΡΑ, ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ αρχίζουν κάπως αστεία. Τα μεγάλα έργα γεννιούνται συχνά στη στροφή κάποιου δρόμου ή στο καθάρισμα ενός καφενείου. Έτσι και με το παράλογο. Περισσότερο από κάθε άλλον, ο παράλογος κόσμος έχει τις ρίζες του σ’ αυτή την άθλια γέννηση.
ΟΤΑΝ ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ, ΣΕ ΜΙΑ ΕΡΩΤΗΣΗ που αφορά στις σκέψεις σου, απαντάς «τίποτε», ίσως να προσποιείσαι. Οι αγαπημένες υπάρξεις το ξέρουν καλά. Αν όμως αυτή η απάντηση είναι ειλικρινής, αν εκφράζει αυτό το μοναδικό ψυχικό συναίσθημα της σιωπηλής ευγλωττίας που σπάζει την αλυσίδα των καθημερινών χειρονομιών ενώ η καρδιά ψάχνει μάταια να βρει τον κρίκο που θα την ξανασυνδέσει, τότε αυτό φαίνεται πως είναι το πρώτο σημάδι του παραλογισμού.
ΚΑΜΙΑ ΦΟΡΑ, ΤΑ ΣΚΗΝΙΚΑ ΚΑΤΑΡΡΕΟΥΝ. Ξύπνημα, συγκοινωνία, τέσσερις ώρες γραφείο ή εργοστάσιο, γεύμα, συγκοινωνία, τέσσερις ώρες δουλειά, φαγητό, ύπνος και Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο, αυτός ο κύκλος επαναλαμβάνεται εύκολα στον ίδιο ρυθμό τον περισσότερο καιρό. Μια μέρα όμως γεννιέται το «γιατί» κι όλα αρχίζουν σ’ αυτή την πληκτική κούραση. «Αρχίζουν», αυτό είναι ενδιαφέρον.
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ έρχεται η κούραση, την ίδια όμως στιγμή βάζει σε κίνηση τη συνείδηση. Τη σηκώνει απ’ τον ύπνο και προξενεί τη συνέχεια. Η συνέχεια είναι η ασυνείδητη επιστροφή στην αλυσίδα ή η οριστική αφύπνιση. Στο τέλος της αφύπνισης βρίσκεται το αποτέλεσμα που φτάνει με τον καιρό: αυτοκτονία ή αναθεώρηση. Η κούραση κλείνει μέσα της κάτι το αποκαρδιωτικό. Εδώ, είμαι υποχρεωμένος να πω πως είναι καλή. Γιατί με τη συνείδηση αρχίζουν όλα και μονάχα αυτή αξίζει.
ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΜΙΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑ. Είναι όμως φανερές: κι αυτό φτάνει γιατί μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίσουμε καθολικά το παράλογο στις πηγές του. Με το «ενδιαφέρον» αρχίζουν όλα.
__________
Απόσπασμα από το βιβλίο του Αλμπέρ Καμύ, Ο μύθος του Σισύφου, εκδόσεις Καστανιώτη.
Ο Αλμπέρ Καμύ (7 Νοεμβρίου 1913-4 Ιανουαρίου 1960) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του έργα, περιλαμβάνονται τα μυθιστορήματα Ο Ξένος και Η Πανούκλα, τα θεατρικά Καλλιγούλας και Οι Δίκαιοι, αλλά και τα φιλοσοφικά δοκίμια Ο Μύθος του Σισύφου και Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος. Το 1957 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
________
Πηγή: www.doctv.gr
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Η λογική μέσα από το παράλογο του Αλμπέρ Καμύ
Φιλοσοφία/Ψυχολογία
Πηγή: kalamatain
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Πριν 102 χρόνια, στις 7 Νοεμβρίου 1913, στην Αλγερία, γεννήθηκε ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους και σπουδαίους διανοητές του 20ου αιώνα, ο Αλμπέρ Καμύ. Στοχαστής, φιλόσοφος, συγγραφέας, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, νομπελίστας και τόσα άλλα που επιβεβαιώνουν την πολυσχιδή προσωπικότητά του.
Ο Αλμπέρ Καμύ δεν ήταν μόνο συγγραφέας. Δίχως τη φιλοσοφική του σκέψη, η λογοτεχνία του δεν θα είχε καμία λογική, θα ήταν παράλογη. Οι -αντί- ήρωες, άλλωστε, του Καμύ, ζώντας με κάθε τρόπο το παράλογο, βρίσκονται σε μια συνεχή εναλλαγή αντίθετων καταστάσεων, ανάμεσα σε ευτυχία και δυστυχία, σε δράση και αδράνεια, ανάμεση σε λογική και παραλογισμό. Με αυτόν τον τρόπο το έργο του παρουσίαζει τα αντιφατικά στοιχεία “ενός διάχυτου πεσιμισμού και μιας πρωτόγνωρης ελπίδας”.
Το παράλογο βρίσκεται παντού, στη ζωή, στην ευτυχία ακόμη και στον ίδιο τον θάνατο, ως αιτία του παραλόγου. Άλλωστε, δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να περιγράφει τόσο ξεκάθαρα την αντίληψη του Camus για τον παραλογισμό όσο τα λόγια του: “Από τη στιγμή που θα γεννηθούμε είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε”.
Κατά τον Καμύ, η ζωή συνιστά την τραγωδία του ανθρώπου, του θνητού και πεπερασμένου που βιώνει τον παραλογισμό του κόσμου, ενώ η ίδια του η διάνοια δεν είναι σε θέση να τον στηρίξει.
Το παράδοξο και οι αντιθέσεις χαρακτηρίζουν το έργο του αλλά και τον ίδιο τον Καμύ και κατ’ επέκταση τη ζωή του. Ο λογοτέχνης, άλλωστε, όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος του, Ολιβιέ Τοντ, ήταν αδιαπραγμάτευτος σε αυτό: ζωή και γραφή πάντα πορεύονται μαζί. Και αφού η ζωή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον θάνατο, ως φυσικό επακόλουθό της, θάνατος και σκέψη πορεύονται μαζί. “Δεν υπάρχει τίποτα πιο παράλογο από τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα”, πίστευε… Ο Καμύ έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Στην τσέπη του βρέθηκε ένα εισιτήριο για το τρένο…
Ας δούμε τη λογική του συγγραφέα μέσα από τις φαινομενικά παράλογες πεποιθήσεις του.
“Από τη στιγμή που όλοι θα πεθάνουμε, είναι προφανές πως το πού και το πότε δεν έχει σημασία”. Μπορεί μέσα από τα συγκεκριμένα λόγια του Αλμπέρ Καμύ να διαφαίνεται ο άνευ σημασίας τόπος και χρόνος θανάτου, το πώς όμως κατέχει εξέχουσα θέση και διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στη σκέψη και στη φιλοσοφία του. Το πώς δεν είναι απλά ο τρόπος αλλά κάτι πολύ περισσότερο, είναι το πώς θα πεθάνει κανείς ευτυχισμένος. Πιο συγκεκριμένα, πώς να ζήσει κάποιος ευτυχισμένος έτσι ώστε ακόμη και ο θάνατός του να είναι ευτυχισμένος.
“Δεν υπάρχει παρά ένα μονάχα φιλοσοφικό πρόβλημα πραγματικά σοβαρό: το πρόβλημα της αυτοκτονίας. Τη στιγμή που αποφασίζεις πως η ζωή αξίζει ή δεν αξίζει τον κόπο να τη ζήσεις, απαντάς στο βασικό πρόβλημα της φιλοσοφίας…”. Το νόημα της ζωής, ο λόγος για τον οποίο “αξίζει τον κόπο να ζεις” είναι, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, το πιο σημαντικό ερώτημα, πιο σημαντικό ακόμη και από την ίδια τη ζωή. Ο νομπελίστας χρησιμοποιεί το παράλογο για να περιγράψει την αίσθηση της ανούσιας ύπαρξης μέσα σε έναν κόσμο που δεν έχει νόημα. Αυτό είναι που αποκαλεί ο ίδιος παράλογο… την αιώνια αναζήτηση νοήματος σε κάτι που στερείται του τελευταίου.
“Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο. Μέσα από τη συγκεκριμένη, σχεδόν αποφθεγματική, ρήση, εξήγησε την ελευθερία του παράλογου. Οι θεοί είχαν καταδικάσει τον Σίσυφο να κυλάει αδιάκοπα ένα βράχο ως την κορυφή ενός βουνού από την οποία ο βράχος έπεφτε πάλι. Είχαν σκεφτεί πως δεν υπάρχει πιο φοβερή τιμωρία από τη χωρίς όφελος και ελπίδα εργασία.
Ο Σίσυφος είναι ο τραγικός ήρωας αυτού του μύθου, τραγικός όχι γιατί στερείται της ελπίδας, αλλά γιατί έχει συνείδηση της κατάστασής του. Έχει συνείδηση της πραγματικότητας. “Δεν υπάρχει μοίρα που να μην νικιέται με την περιφρόνηση”, γράφει ο Καμύ. Ο Σίσυφος αποδεχόμενος τη μοίρα του πάει ένα βήμα πιο πέρα, αλλάζοντάς την τρόπο τινά και ορίζοντας ο ίδιος το πεπρωμένο του. Μόνον έτσι μπορεί να απελευθερωθεί από αυτό και να ευτυχήσει. Ο άνθρωπος, αντίστοιχα, αντιμετωπίζει το παράλογο βιώνοντας και γνωρίζοντάς το. Έτσι, εξεγείρεται, επαναστατεί, υπάρχει…
“Και τι αποτελεί την ουσία αυτής της σύγκρουσης, αυτής της απόστασης ανάμεσα στον κόσμο και το πνεύμα μου, εκτός από τη συνείδησή μου;” αναρωτιόταν… Πρέπει να φανταστούμε τον Albert Camus ευτυχισμένο.
Κυριακή Παπακωνσταντίνου
_________Πηγή: kalamatain
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Αλμπέρ Καμύ – Η Ελλάδα είναι μία πηγή
Βιβλία
______________
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 28/4/1955 -
Δυόμισι χρόνια πριν τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο Γάλλος μυθιστοριογράφος, δραματουργός και δοκιμιογράφος Αλμπέρ Καμύ επισκέπτεται την Αθήνα, όπου δίνει μία διάλεξη στον «Παρνασσό».
Ο αλγερινής καταγωγής Καμύ είναι τότε 42 χρόνων, έχει γράψει την «Πανούκλα», τους «Δικαίους», την «Πτώση», τον «Επαναστατημένο άνθρωπο» και πέντε χρόνια αργότερα θα σκοτωθεί σε αυτοκινητικό δυστύχημα.
Η Ελλάδα για τον Καμύ, όπως υπωπτεύοντο πάντα όσοι ήξεραν το έργο του, δεν είναι ένας σωρός ερειπίων, μια σελίδα της ιστορίας ή ένα αρχαιολογικό μουσείο. «Η Ελλάδα για μένα λέγει τώρα ο ίδιος είναι κάτι το πολύ πιο απλό: Είναι η πατρίδα και η θάλασσα. Για μας τους Μεσογειακούς, η Ελλάδα είναι μια πηγή». (...)
«Θέλω να πω μας εξηγεί ότι η Μεσόγειος έχει κάτι, ένα συστατικό στοιχείο, που της επιτρέπει να ισορροπή τα πάντα και να μας δίνη πάντα ένα μάθημα μέτρου. Δέχεται την τρομακτική πίεση του συγχρόνου κόσμου, ανοίγεται στην εισβολή των ξένων ιδεολογιών και ύστερα τους δίνει κάποια ισορροπία». (...)
Και είναι πάλι με την Μεσόγειο σαν βάσι που ο Καμύ διαχωρίζει τον εαυτό του από τους υπόλοιπους Γάλλους συναδέλφους του. «Οι συνάδελφοί μου προσθέτει τρέφονται από την γερμανική φιλοσοφία, κυρίως του δεκάτου ενάτου αιώνος. Εγώ από την ελληνική. Για μένα, αν θέλετε να κάνω μια καθαρή διάκρισι, ο Πλάτων είναι πολύ πιο σημαντικός και από τον Χέγκελ και από τον Χούσερλ. Έτσι τουλάχιστον βλέπω τον εαυτό μου». Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως ότι ο Καμύ αγνοεί όσα δεν έχουν σχέσι με την Μεσόγειο και σε λίγο θα μας ομολογήση ότι τρεις άλλοι στοχαστές επηρέασαν αποφασιστικά την σκέψι του: «Είναι ο Πασκάλ, ο Τολστόη και ο Νίτσε. Η εκλογή αυτή θα σας φανή, φαντάζομαι, κάπως αντιφατική, λέγει, και εγώ ο ίδιος πρώτος θα παραδεχθώ ότι τα τρία αυτά ονόματα δύσκολα συμβιβάζονται. Αλλά, για να σας πω την αλήθεια, δεν κατορθώνω να συμβιβάσω ούτε και αυτές ακόμα τις εσωτερικές μου αντιφάσεις».
Ας γυρίσουμε όμως στην σύγχρονη Ελλάδα και στην λογοτεχνία της. «Γνωρίζω βεβαίως, μας λέγει, τους ποιητές σας, έναν Σικελιανό, έναν Καβάφη, μα αν υπάρχη ένας Νεοέλληνας συγγραφεύς που γνωρίζω καλά και θαυμάζω είναι ο Καζαντζάκης. Διάβασα και τις τραγωδίες του και τον "Ζορμπά" του και τελευταίως το "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται", που μεταφράσθηκε στα γαλλικά και έχει στο Παρίσι μεγάλη επιτυχία. Για να πω την αλήθεια, προτιμώ τον "Ζορμπά". Μου φαίνεται δηλαδή έργο πιο ελληνικό, με περισσότερο χρώμα...». Ίσως ο «Ζορμπάς» τον ελκύει και σαν είδος ανθρώπου; «Ναι, λέγει. Αυτό είναι: Ο Ζορμπάς είναι μια ζωντανή δύναμι, ένας άνθρωπος». Αλλά το πιο ενδιαφέρον σημείο των όσων μας είπε για τον Καζαντζάκη αναφέρεται στις τραγωδίες του. «Φιλοδοξία μου είναι αποκαλύπτει να σκηνοθετήσω μια μέρα την "Μέλισσά" του, που είναι έργο μεγάλο που θαυμάζω και αγαπώ πολύ».
Ο Καμύ δεν φαίνεται διατεθειμένος να επανέλθη στην περίφημη διαμάχη του με τον Σαρτρ σχετικώς με το δοκίμιό του «Ο επαναστατημένος άνθρωπος», αλλά θέλει μαζί να κάνη και μερικές διευκρινίσεις: «Το έργο μου αυτό μας λέγει δεν είναι, όπως νομίσθηκε, αντεπαναστατικό. Αρκεί να σας πω ότι οι Ρώσσοι τρομοκράτες της προεπαναστατικής εποχής συνεχίζουν να είναι και σήμερα αντικείμενα του θαυμασμού μου. Στο βιβλίο μου εκείνο επετέθηκα, εάν θέλετε, εναντίον ωρισμένων διαστρεβλώσεων της επαναστάσεως και αυτό είναι όλο».
Όσο για την σύγχρονη λογοτεχνία, ο Καμύ, που την παρακολουθεί με πολλή προσοχή από τον εκδοτικό οίκο Γκαλλιμάρ, όπου εργάζεται, έχει πολλά και ενδιαφέροντα να μας πη: «Στους σύγχρονους Γάλλους ποιητές ξεχωρίζω ιδιαιτέρως τον ποιητή Ρενέ Σαρ, που είναι, για μένα, ο μεγαλύτερος σύγχρονος Γάλλος ποιητής και ο καλύτερός μας από την εποχή του Απολλιναίρ. Βεβαίως δεν αποκλείεται να κάνω λάθος...». Και από τους άλλους; «Πολλοί ξεχωρίζουν και είναι δύσκολο να τους αναφέρω όλους. Ένας Αραγκόν λ.χ.... Ναι, ξέρετε, ο άνθρωπος αυτός έχει απ' όλους τους συγχρόνους του Γάλλους λογοτέχνες το περισσότερο και, κατ' εμέ, το μεγαλύτερο ταλέντο. Αυτό βεβαίως δεν με εμποδίζει να πω ότι διαφωνώ ριζικώς και με τους προσανατολισμούς του και με την αισθητική του». Από όσα γίνονται σε ξένες χώρες ο Καμύ ξεχωρίζει ιδιαιτέρως την Ιταλία: «Στην Ιταλία υπάρχει ένας συγγραφεύς που εκτιμώ περισσότερο από όλους, ο Ιγκνάζιο Σιλόνε, που μου φαίνεται να συνδέεται με την μεγάλη παράδοσι, που τόσο αγαπώ, του Τολστόη. Αυτά που γράφονται όμως στην Αγγλία δεν με ενθουσιάζουν και το αμερικανικό μυθιστόρημα, που τόση εντύπωσι άλλοτε μας έκανε, δεν φέρνει πια τίποτα το νέο. Οι Γερμανοί είναι σαν να επαναλαμβάνωνται συνεχώς από το ένα βιβλίο στο άλλο και όλο λένε τα ίδια πράγματα, ενώ η Ισπανία έχει σωπάσει».
Δυο λόγια ακόμη πριν αφήσουμε τον κ. Καμύ κάπου στην λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Μια και είναι σκηνοθέτης δεν εσκέφθηκε ποτέ να εργασθή στον κινηματογράφο; «Ο κινηματογράφος μας λέγει πριν μας αποχαιρετήσει έχει μεγάλες ανεκμετάλλευτες ακόμα δυνατότητες. Αλλά εγώ δεν έχω ούτε την υπομονή, ούτε την ψυχική διάθεσι να τρέχω και να παζαρεύω δίχως τελειωμό με χονδρούς εμπόρους για να βρω τα λεπτά που θα χρειαζόμουν για να γυρίσω μια ταινία. Όταν ο κινηματογράφος βρη την ανεξαρτησία του, τότε θα τα ξαναπούμε».
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 28/4/1955 -
Ο Καμί στην Ταγγέρη
Υπήρξε μια πόλη-μαγνήτης για τους καταραμένους ποιητές, για τη γενιά των μπίτνικ, αλλά και για έναν νομπελίστα. Πράγματι η Ταγγέρη ενέπνευσε τον Καμί.
Ο καυτός ήλιος, η γειτνίαση με την έρημο και τη θάλασσα, το συνονθύλευμα των ντόπιων και των πολυάριθμων παραθεριστών, η συνεχής εναλλαγή της τρυφερότητας με τη σκληρότητα, θα του δωρίσουν κείμενα μεγάλης ακρίβειας και συγκινητικού λυρισμού. Οπως ενέπνευσε αυτή η πόλη του Μαρόκου τον Γουίλιαμ Μπάροουζ, τον Πολ Μπόουλς, τον Τζακ Κέρουακ και τον Αλεν Γκίνσμπεργκ.
Πριν μεταφέρουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο*, να τι έγραφε ο Καμί για την Ταγγέρη: «Συνιστώ στον ευαίσθητο ταξιδιώτη που θα ερχόταν στο Αλγέρι να πάει να πιει ένα ουζάκι κάτω από τις καμάρες του λιμανιού, να φάει το πρωί στην ψαραγορά φρέσκο ψάρι ψημένο στα κάρβουνα. Να πάει ν' ακούσει αραβική μουσική σ' ένα καφενεδάκι, δεν θυμάμαι τ' όνομά του, στην οδό Λιρ. Να φάει για μεσημέρι στο εστιατόριο Παντοβάνι, που είναι ένα είδος χορευτικού κέντρου πάνω σε πιλοτές στην παραλία, όπου η ζωή είναι χαρισάμενη. Να πάει να καπνίσει ένα τσιγάρο στην οδό ντε Μπουσέ, στην Κάσμπα, ανάμεσα σε σπλήνες, συκώτια, έντερα και πνευμόνια που στάζουν αίμα από παντού».
Νεαρές κυρίες σε μια ταράτσα στην Ταγγέρη - Rudolf Ernst 1880
Το χαμαιτυπείο της κορυφής
Και γράφει με τη σειρά του ο Ντανιέλ: «Στους λόφους γύρω από την Ταγγέρη, υπήρχε κάποτε μια ξέρα που την ονόμαζαν βράχο του κιφ, γιατί όσο κι αν ήταν υποτυπώδες το χαμαιτυπείο στην κορφή της, πήγαιναν πολλοί εκεί για να καπνίσουν αυτό το είδος της πρόστυχης κάνναβης. Εκείνο που εντυπωσιάζει στην ξέρα που κόντραρε τον ωκεανό ήταν οι πάγκοι, ριγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, σαν σε σκηνή θεάτρου ή όπως στο σχολείο. Οσο για το θέαμα, ήταν της θάλασσας μέχρις εκεί που χανόταν το μάτι, ώς τον ωκεανό. Πάνω στην ξέρα ήταν οι νέοι που ονειρεύονταν, κάτι που πίστευα πως έκαναν μόνο οι γέροι. Οι νέοι όμως είχαν την επιθυμία να χαθούν σ' αυτή τη μουντή έκταση, όπου τίποτα δεν εμπόδιζε το βλέμμα. Στέκουν πετρωμένοι κι ευτυχισμένοι εκεί, όπως παρατήρησα συχνά, όπως κι εγώ άλλωστε όταν στέκομαι μπροστά στην έρημο.
»Μια μέρα ο Καμί προσκάλεσε ένα νεότατο άντρα να πάει να τον δει στη "Nouvelle Revue Francaise". Με επέλεξε δίχως στ' αλήθεια να με γνωρίζει, έμοιαζε τρελαμένος να μιλήσει. Επέστρεφε από την έρημο της Αλγερίας. Στη ζωή μου δεν είχα γνωρίσει άνθρωπο να λάμπει τόσο. Εμοιαζε ερωτευμένος. Το ταξίδι του πράγματι τον είχε κατακυριεύσει. Μιλούσε σαν να προσευχόταν. Μα πόσο τον αγάπησα εκείνη την ημέρα! Και πόσο ευτυχής ήμουν που εξομολογήθηκε την ομορφιά. Ολοκλήρωσε την αφήγηση εκείνης της παραίσθησης με ένα ανέκδοτο. Περνώντας από το Αλγέρι, πήγε να ξαναδεί από ψηλά το αγαπημένο του αραξοβόλι, απ' το άπλωμα του Σαν Ραφαέλ. Εκεί συνάντησε έναν ντροπαλό Αλγερινό, έναν άνθρωπο μέσης ηλικίας με πρόσωπο συνάμα αυστηρό, γλυκό και χαραγμένο. Τον πρόσεξε όταν διέκοψε την περισυλλογή του εμπρός στη γαλήνη των Θεών κι αυτός του είπε: "Κοιτάς σαν να γνωρίζεις". "Είναι δεδομένο πως γνωρίζω", του απάντησε ο Καμί. Ο Αραβας τον παρατήρησε για λίγο, ταλαντευόμενος ανάμεσα στη συμπάθεια και στο σκεπτικισμό. Υστερα του χάρισε ένα χαμόγελο ευλογίας και καλωσορίσματος. Ο Καμί αφηγούνταν όλα τούτα ευτυχής. "Εκείνος ο Αραβας κι εγώ γνωρίζαμε ό,τι χρειάζεται να ξέρεις για τον κόσμο", ψιθύρισε ολοκληρώνοντας. Στη συνέχεια κατάλαβα τι εννοούσαν οι δυο τους. Αναφέρονταν σε μια καταδύση στον αρχέτυπο ωκεανό, ξένο αλλά την ίδια ώρα μητρικό, την εισαγωγή στο κενό, που είναι και το μεγάλο άπαν, και τη μεθυστική αίσθηση πως άνηκαν στον κόσμο.
σ ένα πολυσύχναστο δρόμο στην Ταγγέρη -Themistocles von Eckenbrecher 1876
Καπνίζοντας κιφ
»Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να καπνίσω κιφ αλλού εκτός απ' την Ταγγέρη. Ούτε καν ξέρω αν θα είχε την ίδια αίσθηση. Πιστεύω πως αυτή η πόλη είναι θεότρελη. Μου προκαλούσε πάντα ιλίγγους. Τότε ήταν η μόνη πραγματικά ελεύθερη πόλη σ' όλη τη βόρεια Αφρική, μες στη χαρά και τα νιάτα της. Ξυπνά γύρω στις έξι το βραδάκι κι από εκείνη τη στιγμή δεν παύει να διασκεδάζει. Οι κάτοικοί της είναι υπνοβάτες και με τις δύο έννοιες του όρου. Είναι απρόβλεπτοι όπως ο ήλιος στο στενό του Γιβραλτάρ, αβέβαιοι όπως οι άνεμοι που διστάζουν ανάμεσα σε δύο θάλασσες, πάνε σε σμάρια σαν τα κύματα που ακολουθούν το ένα τ' άλλο στις ατέλειωτες, έρημες, τεράστιες ακτές. Το πλήθος των ηδυπαθών μελαχρινών διασχίζουν ενίοτε τρέχουσες ξανθές Βαλκυρίες ή Βίκινγκς. Τα μαλλιά τους κατρακυλούν στους ώμους τους ή είναι δεμένα σε αλογοουρές, στην πλάτη τους φέρουν θηριώδεις σάκους, τα μπούτια τους είναι γυμνά. Κυκλοφορούν μέσα στη γενική αδιαφορία, ούτως ή άλλως ο ξένος δεν είναι αξιοπερίεργος εδώ, τόσο που να νιώθει σαν στο σπίτι του σ' αυτό το κοσμοπολίτικο παράρτημα της Αφρικής, σ' αυτό τον ισθμό που η απέναντι στεριά θέλει βρετανική την Ανδαλουσία».
__________
Τον Καμί ακριβώς και την Ταγγέρη ενώνει στο νέο του βιβλίο «Καθρέπτες μιας ζωής» ο Ζαν Ντανιέλ.Πηγή: enet
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Αλμπέρ Καμύ - Η Ελλάδα είναι μία πηγή
Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016
του Albert Camus «Η παρεξήγηση»: Σύγκρουση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι
Θέατρο,
Επίσημη πρεμιέρα την Τρίτη 15 Δεκεμβρίου στις 21:15 στο θέατρο RADAR, το κλασικό αριστούργημα του Albert Camus «Η παρεξήγηση», σε σκηνοθεσία Αναστασίας Παπαστάθη.
...... για το έργο
Στην κεντρική Τσεχία του μεσοπολέμου και ενώ ο τρόμος της γερμανικής κατοχής απειλεί ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, δυο γυναίκες, η Μητέρα και η κόρη της Μάρθα διατηρούν σε μια απομακρυσμένη περιοχή ένα πανδοχείο.
Όποιον πελάτη φτάνει εκεί, τον δολοφονούν. Τον κλέβουν και ρίχνουν το πτώμα του στο ποτάμι. Στόχος τους είναι να συγκεντρώσουν χρήματα για να μπορέσουν να φύγουν από τον σκοτεινό και καταθλιπτικό Βορρά και να ταξιδέψουν στο Νότο, για να συναντήσουν την θάλασσα και το φως του ήλιου.
Η ρουτίνα των εγκλημάτων τους διαταράσσεται, όταν στο πανδοχείο φτάνει ένας ταξιδιώτης διαφορετικός από τους άλλους. Ο Γιαν. Ο Γιαν έρχεται από τον Νότο και είναι πλούσιος: το τέλειο θύμα. Όμως επιλέγει να κρατήσει την πραγματική του ταυτότητα κρυφή. Ως το τέλος;
«Αντιλαμβάνομαι το έργο ως σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους. Το Φως και το Σκοτάδι. Στην ουσία είναι σύγκρουση ανάμεσα σε ανθρώπινες ψυχές. Αυτές με ενδιαφέρει να διερευνήσω γιατί μόνο έτσι αποκτούν υπόσταση οι αφηρημένες έννοιες. Το σκοτάδι εκπροσωπεί η Μητέρα και η Μάρθα. Είναι ένας κόσμος που δολοφονεί, κλέβει, εξαπατά και στραγγαλίζει κάθε είδους συναίσθημα. Το φώς εκπροσωπεί η Μαρία, γέννημα θρέμμα του Νότου, του ήλιου και της θάλασσας. Η Μαρία αισθάνεται και διαισθάνεται αυτό που θα συμβεί, εκφράζει τα συναισθήματά της με καθαρότητα και αλήθεια., έχει πάθος για την ζωή. Ο Γιαν που κινείται ανάμεσα στους δύο κόσμους, απορροφάται τελικά από το σκοτάδι που συνήθως είναι ποιο δυνατό. Όσο για τον υπηρέτη, εξυπηρετεί το μοιραίο, το αναπόφευκτο, άλλοτε με την μορφή του Θεού και άλλοτε με την μορφή του δαίμονα. Επιλέγω να διατηρήσω την εποχή της «Παρεξήγησης» του Albert Camus, γιατί πιστεύω ότι αυτό ακριβώς αναδεικνύει το σύγχρονο και διαχρονικό ενός έργου. Όλα επαναλαμβάνονται με άλλο τρόπο…» σημειώνει η σκηνοθέτις Αναστασία Παπαστάθη.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ, ΦΩΤΙΣΜΟΙ: Αναστασία Παπαστάθη
ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ & ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ: Ειρήνη Παγώνη
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Πάνος Φορτούνας
ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΈΤΗ: Σοφία Παναηλίδου
Ερμηνεύουν με σειρά εμφάνισης οι ηθοποιοί:
ΜΗΤΕΡΑ : Μαρία Σκούντζου
ΜΑΡΘΑ : Αναστασία Παπαστάθη
ΥΠΗΡΕΤΗΣ : Γιώργος Βούτος
ΓΙΑΝ : Κώστας Καζανάς
ΜΑΡΙΑ : Ηλέκτρα Αρσενίδου
Πληροφορίες:ΘΕΑΤΡΟ RADAR
Πλατεία Αγίου Ιωάννη – Αθήνα
Σταθμός Μετρό «Άγιος Ιωάννης» | Τηλέφωνο 210.97.69.294.
Το Θέατρο Radar βρίσκεται στην έξοδο του Μετρό «Άγιος Ιωάννης»
__________________
Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016
Η λογική μέσα από το παράλογο του Αλμπέρ Καμύ
Πριν 103 χρόνια, στις 7 Νοεμβρίου 1913, στην Αλγερία, γεννήθηκε ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους και σπουδαίους διανοητές του 20ου αιώνα, ο Αλμπέρ Καμύ. Στοχαστής, φιλόσοφος, συγγραφέας, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, νομπελίστας και τόσα άλλα που επιβεβαιώνουν την πολυσχιδή προσωπικότητά του.
Ο Αλμπέρ Καμύ δεν ήταν μόνο συγγραφέας. Δίχως τη φιλοσοφική του σκέψη, η λογοτεχνία του δεν θα είχε καμία λογική, θα ήταν παράλογη. Οι -αντί- ήρωες, άλλωστε, του Καμύ, ζώντας με κάθε τρόπο το παράλογο, βρίσκονται σε μια συνεχή εναλλαγή αντίθετων καταστάσεων, ανάμεσα σε ευτυχία και δυστυχία, σε δράση και αδράνεια, ανάμεση σε λογική και παραλογισμό. Με αυτόν τον τρόπο το έργο του παρουσίαζει τα αντιφατικά στοιχεία “ενός διάχυτου πεσιμισμού και μιας πρωτόγνωρης ελπίδας”.
Το παράλογο βρίσκεται παντού, στη ζωή, στην ευτυχία ακόμη και στον ίδιο τον θάνατο, ως αιτία του παραλόγου. Άλλωστε, δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να περιγράφει τόσο ξεκάθαρα την αντίληψη του Camus για τον παραλογισμό όσο τα λόγια του: “Από τη στιγμή που θα γεννηθούμε είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε”.
Κατά τον Καμύ, η ζωή συνιστά την τραγωδία του ανθρώπου, του θνητού και πεπερασμένου που βιώνει τον παραλογισμό του κόσμου, ενώ η ίδια του η διάνοια δεν είναι σε θέση να τον στηρίξει.
Το παράδοξο και οι αντιθέσεις χαρακτηρίζουν το έργο του αλλά και τον ίδιο τον Καμύ και κατ’ επέκταση τη ζωή του. Ο λογοτέχνης, άλλωστε, όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος του, Ολιβιέ Τοντ, ήταν αδιαπραγμάτευτος σε αυτό: ζωή και γραφή πάντα πορεύονται μαζί. Και αφού η ζωή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον θάνατο, ως φυσικό επακόλουθό της, θάνατος και σκέψη πορεύονται μαζί. “Δεν υπάρχει τίποτα πιο παράλογο από τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα”, πίστευε… Ο Καμύ έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Στην τσέπη του βρέθηκε ένα εισιτήριο για το τρένο…
Ας δούμε τη λογική του συγγραφέα μέσα από τις φαινομενικά παράλογες πεποιθήσεις του.
“Από τη στιγμή που όλοι θα πεθάνουμε, είναι προφανές πως το πού και το πότε δεν έχει σημασία”. Μπορεί μέσα από τα συγκεκριμένα λόγια του Αλμπέρ Καμύ να διαφαίνεται ο άνευ σημασίας τόπος και χρόνος θανάτου, το πώς όμως κατέχει εξέχουσα θέση και διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στη σκέψη και στη φιλοσοφία του. Το πώς δεν είναι απλά ο τρόπος αλλά κάτι πολύ περισσότερο, είναι το πώς θα πεθάνει κανείς ευτυχισμένος. Πιο συγκεκριμένα, πώς να ζήσει κάποιος ευτυχισμένος έτσι ώστε ακόμη και ο θάνατός του να είναι ευτυχισμένος.
“Δεν υπάρχει παρά ένα μονάχα φιλοσοφικό πρόβλημα πραγματικά σοβαρό: το πρόβλημα της αυτοκτονίας. Τη στιγμή που αποφασίζεις πως η ζωή αξίζει ή δεν αξίζει τον κόπο να τη ζήσεις, απαντάς στο βασικό πρόβλημα της φιλοσοφίας…”. Το νόημα της ζωής, ο λόγος για τον οποίο “αξίζει τον κόπο να ζεις” είναι, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, το πιο σημαντικό ερώτημα, πιο σημαντικό ακόμη και από την ίδια τη ζωή. Ο νομπελίστας χρησιμοποιεί το παράλογο για να περιγράψει την αίσθηση της ανούσιας ύπαρξης μέσα σε έναν κόσμο που δεν έχει νόημα. Αυτό είναι που αποκαλεί ο ίδιος παράλογο… την αιώνια αναζήτηση νοήματος σε κάτι που στερείται του τελευταίου.
“Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο. Μέσα από τη συγκεκριμένη, σχεδόν αποφθεγματική, ρήση, εξήγησε την ελευθερία του παράλογου. Οι θεοί είχαν καταδικάσει τον Σίσυφο να κυλάει αδιάκοπα ένα βράχο ως την κορυφή ενός βουνού από την οποία ο βράχος έπεφτε πάλι. Είχαν σκεφτεί πως δεν υπάρχει πιο φοβερή τιμωρία από τη χωρίς όφελος και ελπίδα εργασία.
Ο Σίσυφος είναι ο τραγικός ήρωας αυτού του μύθου, τραγικός όχι γιατί στερείται της ελπίδας, αλλά γιατί έχει συνείδηση της κατάστασής του. Έχει συνείδηση της πραγματικότητας. “Δεν υπάρχει μοίρα που να μην νικιέται με την περιφρόνηση”, γράφει ο Καμύ. Ο Σίσυφος αποδεχόμενος τη μοίρα του πάει ένα βήμα πιο πέρα, αλλάζοντάς την τρόπο τινά και ορίζοντας ο ίδιος το πεπρωμένο του. Μόνον έτσι μπορεί να απελευθερωθεί από αυτό και να ευτυχήσει. Ο άνθρωπος, αντίστοιχα, αντιμετωπίζει το παράλογο βιώνοντας και γνωρίζοντάς το. Έτσι, εξεγείρεται, επαναστατεί, υπάρχει…
“Και τι αποτελεί την ουσία αυτής της σύγκρουσης, αυτής της απόστασης ανάμεσα στον κόσμο και το πνεύμα μου, εκτός από τη συνείδησή μου;” αναρωτιόταν… Πρέπει να φανταστούμε τον Albert Camus ευτυχισμένο.
Κυριακή Παπακωνσταντίνου
Πηγή: kalamatainΑντικλείδι , http://antikleidi.com
Συναφές:
Το παράλογο και η αυτοκτονία
Πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο.
Βιβλία, Διδακτικές ιστορίες και μύθοι, Φιλοσοφία
Ο Μύθος του Σίσυφου ήταν ανέκαθεν συμπαθής. Το μαρτύριο του εν γένη πάσχοντος ανθρώπου. Η ματαιότητά του. Κι ακόμη πιο πέρα. Η συνειδητοποίηση της ματαιότητας. Η προσπάθεια που είναι καταδικασμένη από την γέννησή της. Ο βράχος που έτσι κι αλλιώς θα κυλήσει πίσω.
Αναρωτιόμαστε μερικές φορές γιατί ο ευρηματικός και πολυμήχανος Σίσυφος δεν έμενε άπραγος. Δεν άφηνε το βράχο του ακίνητο. Μετά συνειδητοποιούμε πόσο κουραστικά ανώφελο και πληκτικό θα ήταν κι αυτό. Και έπειτα τόσοι και τόσοι Σίσυφοι θα ‘πρεπε να παραδειγματιστούν. Να κυλούν αδιαμαρτύρητα τους δικούς τους βράχους. Να τους στεριώνουν με υπομονή και κόπο. Να υπομένουν καρτερικά το μαρτύριο της αποτυχίας. Να παρακολουθούν στωικά τον βράχο να επιστρέφει στην Κοιλάδα των Θεών. Και να μένουν πιστοί και ακούραστοι εργάτες, ταγμένοι στο κυκλικό και επαναλαμβανόμενο βασανιστήριο που τους δόθηκε, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Και όσο πιο πολύ το συνειδητοποιούν αυτό το τελευταίο, τόσο πιο πολύ δένονται με τον βράχο τους. Φτιαγμένοι από το ίδιο ανθεκτικό υλικό που στέκει ανέπαφο σε αιώνες και ματαιότητες.
Η Ελληνική Μυθολογία προσφέρει πληθώρα διδακτικών και όμορφων μύθων. Κανένα όμως δεν είναι τόσο γοητευτικός όσο αυτόν του Σίσυφου.
Ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που έγινε κατόπιν γνωστή ως Κόρινθος. Η περιπέτεια του Σίσυφου άρχισε όταν ο Δίας αποπλάνησε την Αίγινα, κόρη του ποταμού-θεούΑσωπού. Όταν ο πατέρας του κοριτσιού πήγε στην Κόρινθο αναζητώντας την κόρη του, συμφώνησε με τον Σίσυφο, που γνώριζε πολύ καλά τι είχε συμβεί, ότι, αν του έδινε πληροφορίες, εκείνος θα έκανε να αναβλύσει στην ακρόπολη της Κορίνθου μια αστείρευτη πηγή. Έτσι, ο Σίσυφος είπε όλα όσα γνώριζε στον Ασωπό κι εκείνος καταδίωξε άγρια τον πατέρα των θεών για να πάρει εκδίκηση. Όταν τελικά ο Δίας κατάφερε να γλιτώσει από την οργή του, πρόσταξε τον Άδη να πάρει στα Τάρταρα τον Σίσυφο και να του επιβάλει αιώνια τιμωρία. Όμως ο Σίσυφος με πονηριά κατόρθωσε να αλυσοδέσει τον ίδιο τον Άδη και να τον φυλακίσει. Για όσο διάστημα ο Άδης βρισκόταν φυλακισμένος, κανείς δεν μπορούσε να πεθάνει. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ήταν τόσο περίεργη, που ακόμη και φρικτά σακατεμένοι άνθρωποι και ζώα περιφέρονταν παντού σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τότε, ο Άρης, ο θεός του πολέμου, αποφάσισε να δώσει ένα τέρμα. Πήγε στο παλάτι του Σίσυφου κι αφού απελευθέρωσε τον Άδη, του παρέδωσε τον Κορίνθιο βασιλιά.
Ο Σίσυφος όμως δεν είχε πει ακόμη τον τελευταίο του λόγο. Προτού κατεβεί στα Τάρταρα, είχε δώσει εντολή στη σύζυγο του Μερόπη να μη θάψει το σώμα του. Έτσι, μόλις έφτασε στον Κάτω Κόσμο, αξίωσε πως, αφού ήταν άταφος, δεν έπρεπε να βρίσκεται εκεί. Με αυτό τον τρόπο εξαπάτησε την Περσεφόνη,τη γυναίκα του Άδη, που του έδωσε άδεια να επιστρέψει στη γη για τρεις ημέρες, ώστε να κανονίσει να ταφεί το σώμα του. Βέβαια, ο Σίσυφος δε σκόπευε να τηρήσει τη συμφωνία. Στο ομότιτλο έργο του ο Καμύ αναφέρει:
" Αλλά όταν ο Σίσυφος αντίκρισε πάλι το πρόσωπο του πάνω κόσμου, όταν απόλαυσε το νερό και τον ήλιο, τις πέτρες και τη θάλασσα, δεν θέλησε πλέον να επιστρέψει στο σατανικό σκοτάδι.Οι κλήσεις του Άδη, σημάδια του θυμού του για την συμφωνία που δεν τηρήθηκε, και οι προειδοποιήσεις του προς τον Σίσυφο ήταν ανώφελες. Για καιρό εκείνος επέμενε να ζει απολαμβάνοντας την εικόνα της λαμπυρίζουσας θάλασσας και τα χαμόγελα της γης. Ένα διάταγμα των Θεών ήταν απαραίτητο. Ο Ερμής, λοιπόν, ήρθε και άρπαξε το αναιδές άτομο από το λαιμό στερώντας του τις επίγειες χαρές του και τον οδήγησε βίαια πίσω στον Κάτω κόσμο, όπου ο βράχος του- η αιώνια τιμωρία του- τον περίμενε".
Και ο Καμύ στο "Μύθο του Σισύφου" συνεχίζει: "Οι Θεοί είχαν καταδικάσει τον Σίσυφο να κυλά ασταμάτητα έναν βράχο στην κορυφή ενός βουνού, από όπου όμως αυτή η τεράστια πέτρα, διαρκώς κατρακυλά στη βάση της, λίγο πριν φτάσει στην κορυφή. Είχαν σκεφτεί για κάποιο λόγο ότι δεν υπάρχει πλέον φοβερή τιμωρία από την ανώφελη και μάταιη εργασία. Ήδη έχετε καταλάβει ότι ο Σίσυφος είναι ο παράλογος ήρωας. Είναι, τόσο μέσω των παθών του όσο και μέσω των βασανιστηρίων του. Η περιφρόνησή του για τους θεούς, η έχθρα του με τον θάνατο και το πάθος του για τη ζωή τον σπρώχνουν σε μία απερίγραπτη ποινική ρήτρα, στην οποία ολόκληρη η ύπαρξη του εξαρτάται και ασκείται να ολοκληρώνει ένα αέναο τίποτα. Αυτό είναι η τιμή που πρέπει να καταβληθεί για τα γήινα και ασυγχώρητα πάθη του".
Ο Camus υποστηρίζει ότι ο Σίσυφος γεύεται για μια σύντομη στιγμή την ελευθερία. Είναι ακριβώς εκείνη η μοναδική στιγμή, όταν έχει τελειώσει με το σπρώξιμο του βράχου και δεν χρειάζεται ακόμα να ξεκινήσει από την αρχή.
Ο Camus υποστηρίζει ότι ο Σίσυφος γεύεται για μια σύντομη στιγμή την ελευθερία. Είναι ακριβώς εκείνη η μοναδική στιγμή, όταν έχει τελειώσει με το σπρώξιμο του βράχου και δεν χρειάζεται ακόμα να ξεκινήσει από την αρχή.
"Είναι –αναφέρει- κατά τη διάρκεια εκείνης της επιστροφής, όταν ο Σίσυφος σταματά για λίγο τον αγώνα του, η στιγμή που με ενδιαφέρει. Ένα πρόσωπο που κοπιάζει έτσι κοντά στις πέτρες είναι ήδη ο ίδιος πέτρα! Τον βλέπω που επιστρέφει κάτω με ένα βαρύ και μετρημένο πια βήμα, πλησιάζοντας προς το βασανιστήριο του που και ο ίδιος δεν εννοεί και δεν γνωρίζει πότε θα τελειώσει. Εκείνη η ώρα που μοιάζει με ανάπαυλα και ανάσα ενώ επιστρέφει βέβαιος πια για την επανάληψη του βασανιστηρίου του είναι η ώρα της συνείδησης. Σε κάθε μια από εκείνες τις στιγμές, όταν αφήνει τα ύψη και επιστρέφει στην Κοιλάδα των Θεών, είναι ανώτερος από τη μοίρα του. Είναι ισχυρότερος από το βράχο του. Εάν αυτός ο μύθος είναι τραγικός, αυτό συμβαίνει επειδή ο ήρωάς του γνωρίζει την ματαιότητα της προσπάθειας. Πόσο διαφορετική τροπή θα είχε αυτό το βασανιστήριο αν σε κάθε βήμα και σε κάθε του προσπάθεια τον συντρόφευε η ελπίδα της επιτυχίας; Ο σύγχρονος εργαζόμενος πορεύεται καθημερινά με τους ίδιους στόχους και η μοίρα του δεν είναι λιγότερο παράλογη. Αλλά το τραγικό είναι ότι μόνο σε σπάνιες στιγμές αυτό το συνειδητοποιούμε. Ο Σίσυφος, προλετάριος των θεών, ανίσχυρος κι επαναστατημένος, ήξερε όλη την έκταση της άθλιας ύπαρξής του: είναι εκείνη που σκέφτεται όσο διαρκεί η κατάβασή του. Η σύνεση με την οποία δέχεται το μαρτύριό του συμπληρώνει την ίδια στιγμή τη νίκη του. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΙΡΑ ΠΟΥ ΝΑ ΜΗ ΝΙΚΙΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ".
Και ο Camus καταλήγει: "Ο βράχος κυλά ακόμη. Αφήνω λοιπόν το Σίσυφο στους πρόποδες του βουνού. Πάντα ξαναβρίσκει κανείς το φορτίο του. Ο Σίσυφος όμως συμβολίζει την ανώτερη πίστη που αρνιέται τους θεούς κι ανυψώνει τους βράχους. Κι εκείνος κρίνει πως όλα είναι καλά. Αυτό το σύμπαν το αδέσποτο στο εξής δεν του φαίνεται ούτε άκαρπο, ούτε μάταιο. Ο κάθε κόκκος της πέτρας, η κάθε λάμψη αυτού του γεμάτου νύχτα βουνού πλάθει, μονάχα γι' αυτόν, τη μορφή ενός κόσμου. Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει την ανθρώπινη καρδιά. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΑΝΤΑΣΤΟΥΜΕ ΤΟ ΣΙΣΥΦΟ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ...''
* * * * * * * * *
Πηγή : oistros-reportaz1
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)