Βιβλία
______________
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 28/4/1955 -
Δυόμισι χρόνια πριν τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο Γάλλος μυθιστοριογράφος, δραματουργός και δοκιμιογράφος Αλμπέρ Καμύ επισκέπτεται την Αθήνα, όπου δίνει μία διάλεξη στον «Παρνασσό».
Ο αλγερινής καταγωγής Καμύ είναι τότε 42 χρόνων, έχει γράψει την «Πανούκλα», τους «Δικαίους», την «Πτώση», τον «Επαναστατημένο άνθρωπο» και πέντε χρόνια αργότερα θα σκοτωθεί σε αυτοκινητικό δυστύχημα.
Η Ελλάδα για τον Καμύ, όπως υπωπτεύοντο πάντα όσοι ήξεραν το έργο του, δεν είναι ένας σωρός ερειπίων, μια σελίδα της ιστορίας ή ένα αρχαιολογικό μουσείο. «Η Ελλάδα για μένα λέγει τώρα ο ίδιος είναι κάτι το πολύ πιο απλό: Είναι η πατρίδα και η θάλασσα. Για μας τους Μεσογειακούς, η Ελλάδα είναι μια πηγή». (...)
«Θέλω να πω μας εξηγεί ότι η Μεσόγειος έχει κάτι, ένα συστατικό στοιχείο, που της επιτρέπει να ισορροπή τα πάντα και να μας δίνη πάντα ένα μάθημα μέτρου. Δέχεται την τρομακτική πίεση του συγχρόνου κόσμου, ανοίγεται στην εισβολή των ξένων ιδεολογιών και ύστερα τους δίνει κάποια ισορροπία». (...)
Και είναι πάλι με την Μεσόγειο σαν βάσι που ο Καμύ διαχωρίζει τον εαυτό του από τους υπόλοιπους Γάλλους συναδέλφους του. «Οι συνάδελφοί μου προσθέτει τρέφονται από την γερμανική φιλοσοφία, κυρίως του δεκάτου ενάτου αιώνος. Εγώ από την ελληνική. Για μένα, αν θέλετε να κάνω μια καθαρή διάκρισι, ο Πλάτων είναι πολύ πιο σημαντικός και από τον Χέγκελ και από τον Χούσερλ. Έτσι τουλάχιστον βλέπω τον εαυτό μου». Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως ότι ο Καμύ αγνοεί όσα δεν έχουν σχέσι με την Μεσόγειο και σε λίγο θα μας ομολογήση ότι τρεις άλλοι στοχαστές επηρέασαν αποφασιστικά την σκέψι του: «Είναι ο Πασκάλ, ο Τολστόη και ο Νίτσε. Η εκλογή αυτή θα σας φανή, φαντάζομαι, κάπως αντιφατική, λέγει, και εγώ ο ίδιος πρώτος θα παραδεχθώ ότι τα τρία αυτά ονόματα δύσκολα συμβιβάζονται. Αλλά, για να σας πω την αλήθεια, δεν κατορθώνω να συμβιβάσω ούτε και αυτές ακόμα τις εσωτερικές μου αντιφάσεις».
Ας γυρίσουμε όμως στην σύγχρονη Ελλάδα και στην λογοτεχνία της. «Γνωρίζω βεβαίως, μας λέγει, τους ποιητές σας, έναν Σικελιανό, έναν Καβάφη, μα αν υπάρχη ένας Νεοέλληνας συγγραφεύς που γνωρίζω καλά και θαυμάζω είναι ο Καζαντζάκης. Διάβασα και τις τραγωδίες του και τον "Ζορμπά" του και τελευταίως το "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται", που μεταφράσθηκε στα γαλλικά και έχει στο Παρίσι μεγάλη επιτυχία. Για να πω την αλήθεια, προτιμώ τον "Ζορμπά". Μου φαίνεται δηλαδή έργο πιο ελληνικό, με περισσότερο χρώμα...». Ίσως ο «Ζορμπάς» τον ελκύει και σαν είδος ανθρώπου; «Ναι, λέγει. Αυτό είναι: Ο Ζορμπάς είναι μια ζωντανή δύναμι, ένας άνθρωπος». Αλλά το πιο ενδιαφέρον σημείο των όσων μας είπε για τον Καζαντζάκη αναφέρεται στις τραγωδίες του. «Φιλοδοξία μου είναι αποκαλύπτει να σκηνοθετήσω μια μέρα την "Μέλισσά" του, που είναι έργο μεγάλο που θαυμάζω και αγαπώ πολύ».
Ο Καμύ δεν φαίνεται διατεθειμένος να επανέλθη στην περίφημη διαμάχη του με τον Σαρτρ σχετικώς με το δοκίμιό του «Ο επαναστατημένος άνθρωπος», αλλά θέλει μαζί να κάνη και μερικές διευκρινίσεις: «Το έργο μου αυτό μας λέγει δεν είναι, όπως νομίσθηκε, αντεπαναστατικό. Αρκεί να σας πω ότι οι Ρώσσοι τρομοκράτες της προεπαναστατικής εποχής συνεχίζουν να είναι και σήμερα αντικείμενα του θαυμασμού μου. Στο βιβλίο μου εκείνο επετέθηκα, εάν θέλετε, εναντίον ωρισμένων διαστρεβλώσεων της επαναστάσεως και αυτό είναι όλο».
Όσο για την σύγχρονη λογοτεχνία, ο Καμύ, που την παρακολουθεί με πολλή προσοχή από τον εκδοτικό οίκο Γκαλλιμάρ, όπου εργάζεται, έχει πολλά και ενδιαφέροντα να μας πη: «Στους σύγχρονους Γάλλους ποιητές ξεχωρίζω ιδιαιτέρως τον ποιητή Ρενέ Σαρ, που είναι, για μένα, ο μεγαλύτερος σύγχρονος Γάλλος ποιητής και ο καλύτερός μας από την εποχή του Απολλιναίρ. Βεβαίως δεν αποκλείεται να κάνω λάθος...». Και από τους άλλους; «Πολλοί ξεχωρίζουν και είναι δύσκολο να τους αναφέρω όλους. Ένας Αραγκόν λ.χ.... Ναι, ξέρετε, ο άνθρωπος αυτός έχει απ' όλους τους συγχρόνους του Γάλλους λογοτέχνες το περισσότερο και, κατ' εμέ, το μεγαλύτερο ταλέντο. Αυτό βεβαίως δεν με εμποδίζει να πω ότι διαφωνώ ριζικώς και με τους προσανατολισμούς του και με την αισθητική του». Από όσα γίνονται σε ξένες χώρες ο Καμύ ξεχωρίζει ιδιαιτέρως την Ιταλία: «Στην Ιταλία υπάρχει ένας συγγραφεύς που εκτιμώ περισσότερο από όλους, ο Ιγκνάζιο Σιλόνε, που μου φαίνεται να συνδέεται με την μεγάλη παράδοσι, που τόσο αγαπώ, του Τολστόη. Αυτά που γράφονται όμως στην Αγγλία δεν με ενθουσιάζουν και το αμερικανικό μυθιστόρημα, που τόση εντύπωσι άλλοτε μας έκανε, δεν φέρνει πια τίποτα το νέο. Οι Γερμανοί είναι σαν να επαναλαμβάνωνται συνεχώς από το ένα βιβλίο στο άλλο και όλο λένε τα ίδια πράγματα, ενώ η Ισπανία έχει σωπάσει».
Δυο λόγια ακόμη πριν αφήσουμε τον κ. Καμύ κάπου στην λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Μια και είναι σκηνοθέτης δεν εσκέφθηκε ποτέ να εργασθή στον κινηματογράφο; «Ο κινηματογράφος μας λέγει πριν μας αποχαιρετήσει έχει μεγάλες ανεκμετάλλευτες ακόμα δυνατότητες. Αλλά εγώ δεν έχω ούτε την υπομονή, ούτε την ψυχική διάθεσι να τρέχω και να παζαρεύω δίχως τελειωμό με χονδρούς εμπόρους για να βρω τα λεπτά που θα χρειαζόμουν για να γυρίσω μια ταινία. Όταν ο κινηματογράφος βρη την ανεξαρτησία του, τότε θα τα ξαναπούμε».
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 28/4/1955 -
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου